Θήβα, Δήμος Θηβαίων, Νομός Βοιωτίας,Στερεά Ελλάδα
Μεσαιωνικά τείχη Θήβας
Τοποθεσία: |
Θήβα |
Περιφέρεια > Νομός: | |
Στερεά Ελλάδα Ν.Βοιωτίας | |
Δήμος > Πόλη ή Χωριό: | |
Δ.Θηβαίων • Θήβα | |
Υψόμετρο: | |
Υψόμετρο ≈ 200 m |
Χρόνος Κατασκευής | Προέλευση | |
Διάφορες περίοδοι | ΦΡΑΓΚΙΚΟ |
|
Τύπος Κάστρου | Κατάσταση | |
Βυζαντινή Πόλη |
Δυσδιακριτο
|
Από το σπουδαίο κάποτε φράγκικο κάστρο της Θήβας, αυτά που σώζονται σήμερα είναι αφενός ο επιβλητικός πύργος του Σαιντ Ομέρ στην ακρόπολη (παρουσιάζεται σε ξεχωριστή σελίδα στον Καστρολόγο) και αφετέρου λίγα κατάλοιπα από τα τείχη της πόλης, συμπεριλαμβανομένου ενός πύργου.
Στη σελίδα αυτή θα αποπειραθούμε μια μικρή παρουσίαση των μεσαιωνικών τειχών της Θήβας. (Βασικά, δεν πρόκειται τόσο για παρουσίαση όσο για επισήμανση του γεγονότος ότι στη Θήβα σώζονται και μεσαιωνικά τείχη).
Ιστορία
Λίγες πόλεις στην Ελλάδα μπορούν να ανταγωνισθούν την ιστορία της Θήβας. Ακόμα και στη μυθολογία η Θήβα έχει εξέχουσα θέση με παγκοσμίως γνωστές ιστορίες (Eπτά επί Θήβας, Οιδίπους κλπ).
Η Θήβα είναι χτισμένη πάνω στην αρχαία και μυκηναϊκή ακρόπολη, την Καδμεία. Η ακρόπολη αυτή είχε τείχη κυκλώπεια που σώζονται ακόμη σε μερικά σημεία. Όταν ο οικισμός αναπτύχθηκε, οι συνοικίες που σχηματίστηκαν πιο χαμηλά ονομάστηκαν «Θήβαι», ενώ το τμήμα που βρισκόταν στην ακρόπολη εξακολούθησε για αρκετό καιρό να ονομάζεται «Καδμεία».
Πέρα από τη μεγαλειώδη ιστορία της Θήβας κατά την κλασική αρχαιότητα (που δεν είναι της παρούσης), η πόλη συνέχισε να υπάρχει και κατά τη Ρωμαϊκή και κατά τη Βυζαντινή περίοδο. Πέρασε μια ταραγμένη περίοδο από τα τέλη του 6ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 8ου, όταν, με την κάθοδο των Σλάβων, όλη η Ελλάδα βρέθηκε σε μια σκοτεινή εποχή. Στη συνέχεια η Θήβα αναπτύχθηκε και στους επόμενους αιώνες αναδείχθηκε μια από τις πιο σημαντικές μεσαιωνικές πόλεις στον Ελλαδικό χώρο.
Μεταξύ 687 και 695 δημιουργήθηκε το Θέμα Ελλάδας (δηλαδή η Βυζαντινή επαρχία που περιλάμβανε την ανατολική Στερεά και τη Θεσσαλία). Στο Θέμα αυτό η Θήβα ήταν πρωτεύουσα, αν όχι εξαρχής (δεν είναι ξεκάθαρο), σίγουρα από τα τέλη του 9ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 10ου (μετά, έδρα του Θέματος έγινε η Λάρισα).
Η Θήβα κατά τους μεσοβυζαντινούς χρόνους γνώρισε οικονομική άνθηση. Η βασική δραστηριότητα ήταν η υφαντουργία και η μεταξουργία. Στην πόλη υπήρχε και σημαντική Εβραϊκή κοινότητα με κύρια απασχόληση την επεξεργασία και το εμπόριο μεταξιού. Η Θήβα επιβίωσε από δύο τουλάχιστον μεγάλες λεηλασίες: το 1040 λεηλατείται από τους Βουλγάρους και το 1147 υφίσταται μεγάλες καταστροφές από τους Νορμανδούς της Σικελίας με επικεφαλής τον Γεώργιο τον Αντιοχέα (ο οποίος ήταν αμιράς του βασιλείου της Σικελίας, στην υπηρεσία του Ρογήρου Β’). Φεύγοντας οι Νορμανδοί πήραν μαζί τους υφάσματα, χαλιά και αργαλειούς μεταξιού, και επίσης πολλούς τεχνίτες τους οποίους μετεγκατέστησαν στο Πάνορμον (Παλέρμον) που έγινε η βάση της Σικελικής βιοτεχνίας μεταξιού.
Μετά την άλωση του 1204, στη μοιρασιά που έγινε μεταξύ των Φράγκων κατακτητών (Partitio Romaniae), η Θήβα πέρασε στη δικαιοδοσία του «βασιλείου της Θεσσαλονίκης» ηγεμόνας του οποίου ήταν ο εκ των ηγετών της Δ΄ Σραυροφορίας Βονιφάτιος ο Μομφερατικός (Bonifazio di Monferrato). Ο Βονιφάτιος κατέβηκε με στρατό τον χειμώνα του 1204 και επισφράγισε τα κεκτημένα στη νότια Ελλάδα. Στη συνέχεια παραχώρησε τμήματα των κτήσεών του σε υποτελείς του φεουδάρχες. Τη Βοιωτία, τη Μεγαρίδα και την Αττική έδωσε στον Βουργουνδό ευγενή Όθωνα Ντελαρός (Otton de la Roche). Η περιοχή αυτή έμελλε να γίνει το Δουκάτο των Αθηνών, στο οποίο η Θήβα ήταν η πιο σημαντική πόλη, αν και έδρα ήταν η Αθήνα, λόγω ενδόξου παρελθόντος. O Ντελαρός πήρε τον τίτλο Sire d’Athènes ή Κύρης των Αθηνών ή Μεγακύρης και πολύ αργότερα, περί το 1260, ο διάδοχός του πήρε επισήμως τον τίτλο του Δούκα.
Το 1240 η Θήβα έγινε έδρα του οίκου των Σαιντ-Ομέρ (Saint Omer) (που μέχρι τότε είχαν ένα φέουδο στο Ερημόκαστρο στις Θεσπιές) όταν ο Μπέλα Σαιντ-Ομέρ πήρε προίκα τη μισή καστελανία της Θήβας μετά τον γάμο του με τη Μπόνη Ντελαρός αδερφή του Γκυ Α΄ Ντελαρός (ή Γουίδων), του τότε Κύρη των Αθηνών. Έκτοτε η βαρωνία της Θήβας ανήκε από κοινού στους Δούκες της Αθήνας και στην οικογένεια Σαιντ Ομέρ. Ο Νικόλαος Β’ Σαιντ-Ομέρ (1258-1294) φρόντισε για την οχύρωση της πόλης, επιδιόρθωσε τα τείχη που είχαν υποστεί σοβαρές ζημιές από τότε που την είχαν καταλάβει οι Νορμανδοί, ενώ στην ακρόπολη έχτισε και τον γνωστό πύργο Σαιντ Ομέρ, που στον καιρό του ήταν το πιο λαμπρό κτίριο στη νότια Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Νικόλαος Β΄, που από το 1287 ήταν και Βάιλος του Πριγκιπάτου της Αχαΐας, είχε εξελιχθεί στην πιο ισχυρή προσωπικότητα της Φραγκοκρατούμενης Ελλάδας.
Ο τελευταίος ηγεμόνας της Θήβας σε αυτήν την πρώτη φράγκικη φάση ήταν ο Νικόλαος Γ΄του Σαιντ Ομέρ (πέθανε άτεκνος το 1314). Στην εποχή των Σαιντ Ομέρ, η Θήβα γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη και είχε γίνει κέντρο διεθνούς εμπορίου.
Μετά την Μάχη του Αλμυρού, το 1311, όπου οι Φράγκοι γνώρισαν συντριπτική ήττα από τους μισθοφόρους της Καταλανικής Εταιρείας, η Θήβα –όπως και όλο το Δουκάτο– πέρασε στην κυριαρχία των Καταλανών. Εξακολούθησε να είναι από τις πιο σημαντικές πόλεις του Δουκάτου, αλλά το πολιτισμικό επίπεδο υποβαθμίστηκε και η οικονομία δέχθηκε σοβαρό πλήγμα.
Το 1331 ο Γκωτιέ ΣΤ΄ του Μπριέν( Gautier VI de Brienne) ο οποίος είχε κληρονομήσει τον τίτλο του Δούκα των Αθηνών και του βαρώνου της Θήβας από τον πατέρα του (που σκοτώθηκε στη μάχη του Αλμυρού), επιχείρησε μια μεγάλη εκστρατεία στην Ελλάδα (που ονομάστηκε «σταυροφορία»), με τη βοήθεια πολλών δυτικών δυνάμεων, για να διεκδικήσει τις περιοχές των προγόνων του. Ο Γκωτιέ είχε στην αρχή επιτυχίες και έφτασε στη Θήβα την οποία πολιόρκησε. Οι Καταλανοί εγκατέλειψαν την πόλη, αφού προηγουμένως κατέστρεψαν τα τείχη της για να μην αξιοποιηθούν από τους Φράγκους. Τελικά η «σταυροφορία» ξεφούσκωσε και τελείωσε άδοξα, κυρίως λόγω οικονομικής αδυναμίας του Γκωτιέ να συντηρήσει και να πληρώσει τον στρατό του σε μια εκστρατεία που τραβούσε σε μάκρος.
Μετά απ’ αυτό, η Θήβα παρέμεινε στα χέρια των Καταλανών, αλλά όντας ανυπεράσπιστη άρχισε να παρακμάζει και από τότε η γειτονική Λιβαδειά αναδείχτηκε στην πιο σημαντική πόλη των Καταλανών. Φαίνεται πως μετά την καταστροφή του 1331, τα τείχη της Θήβας δεν επισκευάστηκαν ποτέ ξανά, τουλάχιστον όχι στον βαθμό που θα μπορούσαν να την προστατέψουν αποτελεσματικά. Αυτή η εξέλιξη υποβάθμισε τη σπουδαιότητα της πόλης.
Το 1379 η εποχή των Καταλανών στη Θήβα έλαβε τέλος, όταν μια άλλη εταιρεία μισθοφόρων η Εταιρεία των Ναβαρραίων κατέλαβε την πόλη και άλλες περιοχές της Στερεάς Ελλάδας. Οι Ναβαρραίοι, που λίγο αργότερα κατόρθωσαν να θέσουν υπό τον έλεγχό τους και το Πριγκιπάτο της Αχαΐας, κράτησαν την πόλη μέχρι το 1388, οπότε η Θήβα πέρασε ξανά στη δικαιοδοσία του Δουκάτου των Αθηνών, όπου είχε κυριαρχήσει η Φλωρεντιανή οικογένεια των Ατζαγιόλι, με Δούκα τον Nerio Ι Acciauoli. Πολύ γρήγορα άρχισαν οι επιδρομές των Οθωμανών (το 1391-1392 με τον Εβρενό Μπέη) και οι Ατζαγιόλι αναγκάστηκαν να πληρώνουν φόρο υποτελείας στον Σουλτάνο.
Στο τέλος του 14ου αιώνα η Θήβα εξακολουθεί να είναι σημαντική πόλη, αλλά η λάμψη του 13ου αιώνα είναι μια μακρινή ανάμνηση. Τις επόμενες δεκαετίες η πόλη υποβαθμίζεται κι άλλο καθώς είναι ανυπεράσπιστη απέναντι στις ληστρικές διαθέσεις των Οθωμανών. Μεγάλο τμήμα της βοιωτικής υπαίθρου ερημώνει, ενώ συρρικνώνονται οι υπάρχοντες οικισμοί. Το δουκάτο των Αθηνών καταλύεται το 1460 και αρχίζει η περίοδος της Τουρκοκρατίας κατά την οποία η Θήβα έπαψε οριστικά να είναι η κραταιά πόλη που υπήρξε κατά τον Μεσαίωνα.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Στη Θήβα, εκτός από τον πύργο του Σαιν Ομέρ, δεν είναι ορατά πολλά σημεία από την Μεσαιωνική οχύρωση η οποία, όπως ειπώθηκε καταστράφηκε αρχικά από τους Νορμανδούς το 1146 και οριστικά από τους Καταλανούς το 1331.
Αν και δυσδιάκριτα στον ανυποψίαστο παρατηρητή, σώζονται μερικά τμήματα των μεσαιωνικών τειχών στην περιοχή της ακρόπολης και σε αρκετά σημεία στην περίμετρο του υπερυψωμένου κεντρικού τμήματος της σημερινής πόλης.
Το πιο σημαντικό κατάλοιπο του οχυρωματικού περιβόλου είναι ο ογκώδης πύργος στο οικόπεδο «Κτιστάκη» της οδού Επαμεινώνδα στη νότια πλευρά της Θήβας. Πρόκειται για τετράγωνο πύργο με μήκος πλευρών 7,5μ. και πάχος τείχους 1,70μ. Θεωρείται φράγκικος και εικάζεται ότι προστάτευε πύλη.
Δυστυχώς ο πύργος δεν είναι επισκέψιμος καθώς βρίσκεται κλειδωμένος σε υπόγειο (!) πολυκατοικίας. Οπότε η μόνη φωτογραφία που έχουμε από αυτόν είναι από το Αρχαιολογικό Δελτίο του 1966, τεύχος 21.
Πρώτη δημοσίευση στον Καστρολόγο: | Δεκέμβριος 2020 |
Πηγές
- ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ, τεύχος 21-Β1 (1966) , σελ.188, πιν 194
- ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ, τεύχος 62-Β1 (2007) , σελ.610
- Έρευνα και φωτογραφίες Ιωάννης Δέδες (2020)
Τα δικά σας σχόλια:
Δεν υπάρχουν σχόλια
Στείλτε σχόλιο, παρατήρηση, πληροφορία:
Η απευθείας υποβολή σχολίων μέσα από την ιστοσελίδα έχει απενεργοποιηθεί. Αν θέλετε να στείλετε κάποιο σχόλιο, χρησιμοποιήστε τη φόρμα επικοινωνίας.
Αν το επιθυμείτε, το μήνυμα που θα στείλετε με αυτόν τον τρόπο θα δημοσιευθεί στα σχόλια αυτής της σελίδας.
|
Πρόσβαση |
---|
Είσοδος: |