Λεοντάρι, Δήμος Μεγαλόπολης, Νομός Αρκαδίας,Πελοπόννησος
Κάστρο Λεονταρίου
Τοποθεσία: |
Σε λόφο πάνω από το Λεοντάρι Μεγαλόπολης |
Περιφέρεια > Νομός: | |
Πελοπόννησος Ν.Αρκαδίας | |
Δήμος > Πόλη ή Χωριό: | |
Δ.Μεγαλόπολης • Λεοντάρι | |
Υψόμετρο: | |
Υψόμετρο ≈ 580 m (Σχετικό ϋψος ≈400 m) |
Χρόνος Κατασκευής | Προέλευση | |
1283 με 1333 | ΥΣΤΕΡΟΒΥΖΑΝΤΙΝΟ |
|
Τύπος Κάστρου | Κατάσταση | |
Κάστρο |
Ερειπιο
|
To Λεοντάρι είναι κεφαλοχώρι της Αρκαδίας, 12 χιλιόμετρα νότια από τη Μεγαλόπολη. Σε χαρακτηριστικό ύψωμα βόρεια της πόλης υπάρχουν τα λιγοστά ερείπια ενός μεσαιωνικού κάστρου.
Το κάστρο Λεονταρίου υπήρξε Βυζαντινή καστροπολιτεία που ήκμασε κυρίως κατά τον 14ο αιώνα. Την εποχή εκείνη ήταν στρατιωτικό κέντρο των Παλαιολόγων και από τις πιο σημαντικές πόλεις του Δεσποτάτου του Μυστρά.
Το Όνομα του Κάστρου
Το κάστρο χτίστηκε στην θέση των αρχαίων Λεύκτρων και οφείλει την ονομασία του, πιθανόν, σε κάποιο γόνο βυζαντινής οικογένειας με το επίθετο Λεοντάριος/Λεοντάρης, η οποία θα μετοίκισε στην περιοχή κατά τον 11ο αιώνα από την Χαλκιδική.
Σύμφωνα με την παράδοση, πάντως, το Λεοντάρι οφείλει την ονομασία του στο σχήμα του που κοιτάζοντάς το από τη γειτονική Παλουκοράχη, θυμίζει «καθισμένο λιοντάρι». Λεγόταν επίσης και «Κάστρο του Λέοντος».
Ιστορία
Το Λεοντάρι αρχικά δημιουργήθηκε από τους Φράγκους. Η ιστορία του ήταν στενά συνδεδεμένη με το γειτονικό Κάστρο της Βελιγοστής, δεδομένου ότι επί Φραγκοκρατίας το Λεοντάρι ανήκε σε μια από τις πιο ισχυρές από τις 12 βαρονίες του Πριγκιπάτου της Αχαΐας, τη Βαρονία της Βελιγοστής.
Οι Φράγκοι ήρθαν στην Πελοπόννησο το 1205 μετά την Άλωση της Πόλης κατά την Δ’ Σταυροφορία. Ηγέτης της μικρής δύναμης των ιπποτών ήταν ο Γουλιέλμος Σαμπλίτης. Σύμφωνα με το Χρονικόν του Μορέως, η Βελιγοστή ήταν ένα από τα 12 κάστρα που έπρεπε να κυριεύσει ο Σαμπλίτης, αν ήθελε να γίνει κύριος της Πελοποννήσου.
Στη Βελιγοστή υπήρχε ισχυρό Βυζαντινό κάστρο που ήταν σε στρατηγικό σημείο ευρισκόμενο στο ορεινό σταυροδρόμι Αρκαδίας-Μεσσηνίας-Λακωνίας. Το κάστρο αυτό πρόβαλε σθεναρή αντίσταση στους Λατίνους και κατακτήθηκε σε μια δεύτερη φάση της φράγκικης κατάκτησης το 1209 (και όταν πλέον ηγέτης τους ήταν ο Γοδεφρείδος Βιλεαρδουίνος).
Σημειωτέον ότι σήμερα δεν είναι ακριβώς γνωστή η θέση της Βελιγοστής ούτε του κάστρου της. Και δεν είναι σίγουρο ότι ταυτίζεται με το σημερινό χωριό της Βελιγοστής (παλιά ονομασία «Σαμαράς»). Μάλιστα κάποιοι ερευνητές έχουν προτείνει την ταύτιση του κάστρου Βελιγοστής με αυτό του Λεονταρίου.
Για την προστασία της Βελιγοστής και του περάσματος από Λακωνία προς Αρκαδία, οι Φράγκοι έχτισαν και δεύτερο κάστρο στην περιοχή, αυτό του Λεονταρίου.
Μετά την εγκατάσταση των Βυζαντινών στο Μυστρά το 1262 και μετά το τέλος της δυναστείας των Βιλλεαρδουίνων στο Πριγκιπάτο της Αχαΐας, η δύναμη των Φράγκων στην Πελοπόννησο άρχισε να κλονίζεται και άρχισαν να χάνουν εδάφη. Ακολούθησαν αρκετές δεκαετίες εχθροπραξιών με τους Έλληνες. Η περιοχή Βελιγοστής-Λεονταρίου ήταν στη μεθόριο μεταξύ Πριγκιπάτου και Δεσποτάτου του Μυστρά και ήταν πολύ συχνά πεδίο συγκρούσεων μεταξύ των δύο κρατιδίων.
Σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο και κάτω από συνθήκες που δεν είναι ακριβώς γνωστές, περί το 1300 το κάστρο της Βελιγοστής καταστράφηκε ολοσχερώς. (Η βαρονία συνέχισε να υφίσταται για πολύ καιρό ακόμα, αλλά με έδρα πλέον την Τροιζηνία!)
Μάλλον τότε ήταν που το Λεοντάρι πέρασε στη δικαιοδοσία του Δεσποτάτου του Μυστρά. Η στρατηγική θέση του κάστρου, η παρουσία των Φράγκων λίγο πιο πάνω (σε Καρύταινα και Νικλί), σε συνδυασμό με την καταστροφή και απορρόφηση της ξακουστής Βελιγοστής, έδωσαν μεγάλη αξία στο Λεοντάρι που πέρασε σε μια εποχή ραγδαίας ανάπτυξης. Έτσι, μέσα στο 14ο αιώνα εξελίχθηκε γρήγορα σε μια από τις πιο σπουδαίες μεσαιωνικές καστροπολιτείες του Μοριά.
Το κάστρο παρέμεινε προπύργιο των Παλαιολόγων μέχρι τα μέσα του 15ου αιώνα. Ήδη όμως στα 1397 υπέστη μεγάλη καταστροφή κατά την κάθοδο του Τούρκου Εβρενόζ Πασά στην Πελοπόννησο. Ευτυχώς τότε οι Τούρκοι ενδιαφέρονταν μόνο για ληστρικές επιδρομές και δεν έμειναν για πολύ. Κάτι παρόμοιο συνέβη σε νέα τουρκική επιδρομή από τον Τουαρχάν Πασά το 1423.
Το Λεοντάρι θα γίνει σημαντικό για λίγο μετά το 1430, όταν ο Θωμάς Παλαιολόγος, αδερφός του τελευταίου Βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΙΑ΄ λαμβάνει τον τίτλο του δεσπότη και εγκαθίσταται εδώ.
Το τέλος όμως ήταν κοντά. Το 1460 ο Μωάμεθ Β’ ο Πορθητής κατέβηκε στην Πελοπόννησο και κατέλυσε οριστικά το Δεσποτάτο του Μυστρά καταλαμβάνοντας όλα τα κάστρα το ένα μετά το άλλο. Μεταξύ αυτών και το Κάστρο Λεονταρίου το οποίο οι Τούρκοι κατέστρεψαν.
Οι κάτοικοι και οι υπερασπιστές του Λεονταρίου κατέφυγαν στο κάστρο του Γαρδικίου, στον Τουρκολιά, αλλά αυτό δεν τους έσωσε γιατί ο Μωάμεθ πήρε μετά από επίμονη πολιορκία και εκείνο το κάστρο και τους κατέσφαξε.
Το 1534 το Λεοντάρι δόθηκε από τον Κάρολο Ε’ (αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας) στον Έλληνα Θεόδωρο Αγιαποστολίτη σαν αμοιβή για τις υπηρεσίες του στην κατάληψη της Κορώνης. Εκείνη όμως η προσπάθεια των χριστιανικών Ευρωπαϊκών δυνάμεων να διώξουν τους Τούρκους από την Πελοπόννησο δεν είχε συνέχεια και ο Αγιαποστολίτης έμεινε άρχοντας Λεονταρίου μόνο στα χαρτιά χωρίς ποτέ να πατήσει το πόδι του εκεί.
Η γεωγραφική του θέση στο κέντρο της Πελοποννήσου και το κάστρο του βοηθούσαν στην ανάπτυξή του. Τον 16ο και 17ο αιώνα το Λεοντάρι ήταν επισκοπή και μετά έγινε Μητρόπολη με τίτλο: «Μητρόπολη Χριστιανουπόλεως». Το 1749 η Μητρόπολη αυτή ενώθηκε με τη Μητρόπολη της Τριπολιτσάς.
Για ένα διάστημα κατά το 1785-1786 είχε την έδρα του στο Λεοντάρι και ο Τούρκος Διοικητής του Μοριά, ο Αχμέτ πασάς Σαλταμπάσης που ζήτησε την άδεια από το Σουλτάνο να μεταφέρει την έδρα του στην Τριπολιτσά (από το Ανάπλι), για να είναι στο κέντρο της Πελοποννήσου. Ο Σουλτάνος συμφώνησε και ο Αχμέτ πασάς, μέχρις ότου ολοκληρωθεί το τείχος της Τριπολιτσάς, έμενε στο Λεοντάρι.
Το 17ο αιώνα επισκέφτηκε το Λεοντάρι ο Τούρκος περιηγητής Τσελεμπή, ο οποίος αναφέρει πως αποτελείται από τρεις περιβόλους και ότι στο εσωτερικό του κατοικούν Έλληνες. Την περιοχή επισκέφτηκε τον 19ο αιώνα και ο Άγγλος περιηγητής Leake, ο οποίος αναφέρει πως κατοικούνταν κυρίως από Τούρκους (250 τούρκικα σπίτια έναντι 40 ελληνικών).
Εδώ στο Λεοντάρι και στη γύρω περιοχή, που βρίσκεται στα βόρεια πρόβουνα του Ταϋγέτου, έδρασαν ονομαστοί κλέφτες κατά την Τουρκοκρατία. Ο καπετάν Ζαχαριάς Μπαρμπιτσκώτης, ο Σταματέλος ο Τουρκολέκας, ο Αναγνωσταράς, ο Νικηταράς, ο Κεφάλας και προπαντός ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης που εγκαταστάθηκε στο χωριό του Λεονταριού Άκοβο. Ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης αναφέρει στη διήγησή του ότι έκανε σε δύο περιόδους και αρματολός του Λεονταρίου.
Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, μετά την καταστολή του κινήματος του Ορλώφ, οι Τουρκαλβανοί σούβλιζαν τους Χριστιανούς σε μια τοποθεσία του Λεονταρίου που ονομάστηκε για αυτό «Παλουκόραχη».
Τα μετεπαναστατικά χρόνια ο λόφος του κάστρου εγκαταλείφθηκε και υπέστη πολλές καταστροφές, κυρίως εξαιτίας της λιθολόγησης οικοδομικού υλικού για την ανακατασκευή του οικισμού.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Η κάτοψη του κάστρου είναι τριγωνική και ακολουθεί τη φυσική διαμόρφωση του λόφου.
Το κάστρο είχε τρεις πύλες. Στο νότιο άκρο της νοτιοδυτικής πλευράς υπήρχε η κύρια είσοδος του κάστρου, ενώ κοντά στο βόρειο άκρο της υπήρχε μια ακόμη πύλη. Η τρίτη πύλη βρισκόταν κοντά στο δυτικό άκρο της βόρειας πλευράς.
Η οχύρωση του κάστρου περιλαμβάνει έναν εξωτερικό αμυντικό περίβολο κι έναν εσωτερικό περίβολο που περικλείει το πλάτωμα της κορυφής. Ο εξωτερικός περίβολος αποτελείται στη βόρεια και νοτιοδυτική πλευρά από ένα τείχος που ενισχύεται κατά τόπους από ορθογώνιους πύργους. Αντίθετα, στην ανατολική πλευρά, όπου ο λόφος είναι πιο απόκρημνος, ασθενέστερα τείχη συμπλήρωναν τα κενά του φυσικού βράχου.
Η ακρόπολη περιβάλλεται από τείχος σχήματος ακανόνιστου πενταγώνου.Η βόρεια και δυτική γωνία του ενισχύονται από ορθογώνιους πύργους. Η είσοδός του βρισκόταν σε πυργοειδή προεξοχή στη νοτιοδυτική πλευρά του περιβόλου.
O μεσαιωνικός οικισμός αναπτυσσόταν τόσο εντός των τειχών όσο και εκτός, όπως υποδεικνύουν και οι ναοί του Αγίου Αθανασίου και των Αγίων Αποστόλων. Εντός των τειχών σώζονται σε ερειπιώδη κατάσταση οι ναοί των Ταξιαρχών, της Αγίας Κυριακής, του Αγίου Βασιλείου και ένας ακόμη ανώνυμος.
Τα υπόλοιπα κτίσματα του οικισμού (σπίτια δεξαμενές, άλλα κτίρια), σήμερα έχουν μετατραπεί σε λιθοσωρούς. Από τα κτήρια της ακρόπολης, που θα μπορούσαν να συνδεθούν με τον Δεσπότη Θωμά Παλαιολόγο, σώζεται σε καλή κατάσταση μια κινστέρνα και ο ναός του Προφήτη Ηλία, ο οποίος όμως είναι νεώτερος.
Από τις τοιχοποιίες των διαφόρων κατασκευών που συνθέτουν το Κάστρο του Λεονταρίου, προκύπτουν δύο ή και περισσότερες οικοδομικές φάσεις, η παλαιότερη από τις οποίες μπορεί να αναχθεί στα παλαιολόγεια χρόνια. Στα τέλη του 15ου αι. το κάστρο δέχθηκε επεμβάσεις από τους Οθωμανούς.
Να σημειωθεί ότι ο λόφος ήταν κατάφυτος μέχρι τη μεγάλη πυρκαγιά του Αυγούστου 2007. Η φωτιά κατέκαψε τη βλάστηση, με αποτέλεσμα να γίνουν ορατά τα υπολείμματα του κάστρου που ως τότε ήταν δυσδιάκριτα.
Πρώτη δημοσίευση στον Καστρολόγο: | Οκτώβριος 2012 | Τελευταία προσθήκη οπτικού υλικού | Ιούλιος 2022 |
Πηγές
- ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ, τευχ.63/Β1, 2008, σ.321
- φωτογραφίες 7, 8, 9, 10, 11 Nick Collins, Σεπτέμβριος 2018
Τα δικά σας σχόλια:
Δεν υπάρχουν σχόλια
Στείλτε σχόλιο, παρατήρηση, πληροφορία:
Η απευθείας υποβολή σχολίων μέσα από την ιστοσελίδα έχει απενεργοποιηθεί. Αν θέλετε να στείλετε κάποιο σχόλιο, χρησιμοποιήστε τη φόρμα επικοινωνίας.
Αν το επιθυμείτε, το μήνυμα που θα στείλετε με αυτόν τον τρόπο θα δημοσιευθεί στα σχόλια αυτής της σελίδας.
|
Πρόσβαση |
---|
Διαδρομή προς το μνημείο |
- |
Είσοδος: |
? |