Καστρολογοσ

Κάστρα της Ελλάδας
 

Στεφανινά, Δήμος Βόλβης, Νομός Θεσσαλονίκης,Κεντρική Μακεδονία

Παλιόκαστρο Στεφανινών

  
★ ★ ★ ★ ★
 <  568 / 1119  > 
  • Φωτογραφιες
  • Δορυφορικη
  •   Χαρτης  


Τοποθεσία:
Σε δασωμένο λόφο στα Κερδύλλια όρη, σε απόσταση 2.5 χλμ. ΒΑ από το χωριό Στεφανινά Θεσσαλονίκης
Περιφέρεια > Νομός: Greek Map
Κεντρική Μακεδονία
Ν.Θεσσαλονίκης
Δήμος > Πόλη ή Χωριό:
Δ.Βόλβης
• Στεφανινά
Υψόμετρο:
Υψόμετρο ≈ 770 m 
(Σχετικό ϋψος ≈230 m)
Χρόνος Κατασκευής  Προέλευση
μάλλον 8ος αι.  
ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ
H 
Τύπος Κάστρου  Κατάσταση
Κάστρο  
Μαλλον Κακη
 
 
 
 
 
 
 

Ερείπια κάστρου της Μεσοβυζαντινής Περιόδου σε κατάφυτο λόφο στα Κερδύλλια όρη, βορειοανατολικά από το χωριό Στεφανινά του νομού Βόλβης με ευρύ οπτικό πεδίο προς το οροπέδιο των Βρωμολιμνών.


Τοποθεσία & Στρατηγική Σημασία

Το Παλαιόκαστρο Στεφανιανών είχε καλή οπτική στην ευρύτερη περιοχή του οροπεδίου των Βρωμολιμνών (δηλ.των αποξηραμένων λιμνών Λάντζας και Μαυρούδας). Είχε οπτική επικοινωνία με γειτονικά χωριά και κάστρα, όπως το Παλαιόκαστρο Μαυρούδας, το χωριό του Σοχού, με τον Πύργο Στεφανινών (εντός του χωριού), τον βυζαντινό πύργο της Αρέθουσας, μέχρι και το ανατολικό τμήμα της λίμνης Βόλβης προς τη μεριά της Ρεντίνας.
Από το οροπέδιο υπήρχε κάθετος δρόμος που ξεκινούσε από την Στενωπό του Σκεπαστού, περνούσε μπροστά από το χωριό των Στεφανινών και κατέληγε στην Εγνατία, στο ύψος της Ρεντίνας. Υπήρχαν και δευτερεύοντα μονοπάτια που οδηγούσαν από τα Στεφανινά στο βυζαντινό χωριό Βραστά (Βρασνά) και στην παραλιακή ζώνη του Στρυμονικού κόλπου μέσω του Δάσους των Στεφανινών και των Κερδυλλίων.
Όλη αυτή διαδρομή βορείως των Λιμνών που έστριβε στο Σκεπαστό, και περνούσε κάτω από τα Στεφανινά φτάνοντας στη σημερινή Ασπροβάλτα ήταν, από τη Ρωμαϊκή Περίοδο, εναλλακτική διαδρομή της Εγνατίας οδού.


Ιστορία

Η πρώτη αναφορά στις ιστορικές πηγές για τα Στεφανινά βρίσκεται σε έγγραφο του 11ου αι. και συγκεκριμένα το έτος 1083, όπου ο Δομέστικος της Δύσης Γρηγόριος Πακουριανός αφιερώνει στη μονή που ίδρυσε, τη μόνη Πετριτζονιτίσσης (σημ. Μπάτσκοβο Βουλγαρίας) το χωρίον Πριλόγγιον (που μάλλον βρισκόταν περί τη σημερινή Ασπροβάλτα) «κατά την Αρχοντείαν την λεγόμενη Στεφανιανά».
Ο όρος Αρχοντεία σήμαινε στρατιωτικό και διοικητικό κέντρο μιας περιοχής. Η συγκεκριμένη Αρχοντεία ενδέχεται να υπήρχε από το α΄ μισό του 9ου αιώνα, αν όχι από τα τέλη του 8ου αιώνα. Η Αρχοντεία Στεφανιανών μετεξελίσσεται στο β' μισό του 13ου αιώνα σε Κατεπανίκιον Στεφανιανών και νοτίως αυτής εμφανίζεται το Κατεπανίκιον Ρεντίνης. (Ήταν μια εποχή που τα κατεπανίκια αντιπροσώπευαν πολύ μικρότερες περιοχές συγκριτικά με τους προηγούμενους αιώνες).
Το 1258-1259 αναφέρεται η «τοποθεσία Στεφανιανών», όπου ο όρος τοποθεσία δηλώνει το καπετανίκιον. Το 1300, 1318 και 1321 έχουμε αναφορές ως Καπετανίκιο Στεφανιανών.

Το Κατεπανίκιον Στεφανιανών φαίνεται ότι επιβίωσε τουλάχιστον έως το 1346. Σε χρυσόβουλο του 1346 του Σέρβου ηγεμόνα Στέφανου Δούσαν υπέρ της Μονής Εσφιγμένου, τα Στεφανιανά αναφέρονται χωρίς τον όρο Κατεπανίκιο και έχουμε την πρώτη και μοναδική ιστορική αναφορά για το «Κάστρον των Στεφανιανών», του οποίου ως κεφαλή αναφέρεται ο Σέρβος Γρηγόριος Πρελούμπος (ή Πρέλιουμπ, στρατηγός του Δουσάν και πατέρας του Θωμά Πρελούμπου, του μετέπειτα Δεσπότη Ιωαννίνων).
Είναι η εποχή του Β’ Βυζαντινού εμφυλίου πολέμου του 14ου αιώνα (1341-1347), που οι Σέρβοι τον εκμεταλλεύτηκαν (αρχικά ως σύμμαχοι του Ι.Καντακουζηνού) και κατέλαβαν τη Μακεδονία.
Προηγουμένως, το 1344, ο Γρηγόριος Πρελούμπος είχε ηγηθεί ενός σερβικού στρατεύματος που ηττήθηκε στη «μάχη των Σταεφανιανών» από τον εμίρη του Αϊδινίου Ομούρ, σύμμαχο του Ιωάννη ΣΤ' Κατακουζηνού.
Τα επόμενα χρόνια, τα Στεφανιανά όπως και η ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας ακολούθησαν πτωτική πορεία μέχρι και την κατάκτηση της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους το 1430.

Σχετικά με τα εδαφικά όρια του Κατεπανικίου Στεφανιανών, πιστεύεται ότι εκτείνονταν από τα Κερδύλλια Όρη με ένα τμήμα του παραλιακού μέρους του Στρυμονικού κόλπου μέχρι και την ευρύτερη περιοχή του όρους Βερτίσκος και κάποια τμήματα των λιμνών Βόλβης και Κορώνειας. Εκκλησιαστικά φαίνεται ότι ανήκε στην Επισκοπή Εζεβάς. Το έτος 1307, προσαρτάται στην επισκοπή Εζεβάς, της οποίας ο επίσκοπος Κάλλιστος υπογράφει ως ταπεινός επίσκοπος «Εζεβών και Στεφανιανών». Συνεχίζει να υπάγεται σε αυτή και το έτος 1358, σύμφωνα με επιστολή που υπογράφει ο Ματθαίος ως «επίσκοπος Εζιβών και Στεφανιανών». Για άλλη μία φορά αναφέρεται, παρομοίως, το 1378.

Το θετικό για την ταύτιση του Παλιοκάστρου είναι ότι η ονομασία Στεφανιανά διατηρήθηκε μέχρι σήμερα με το όνομα Στεφανινά. Υπάρχει όμως και κάποια αβεβαιότητα ως προς αυτήν την ταύτιση, δεδομένου ότι πέρα από το βυζαντινό Παλιόκαστρο, υπάρχει και έτερο βυζαντινό κάστρο εντός του χωριού των Στεφανινών και συγκεκριμένα στο δυτικό του τμήμα με ονομασία «Πύργος», από το οποίο σώζονται λιγοστά ερείπια.

Σύμφωνα με την έρευνα του αρχαιολόγου Ευάγγελου Παπαθανασίου, η ίδρυση του Παλιοκάστρου το τοποθετείται στο α' μισό του 8ου αιώνος μ.Χ. ως κάστρο τύπου '“castellum”'. Από την άλλη, η τοιχοδομία του Πύργου Στεφανινών τοποθετείται κάπου μεταξύ του 8ου-10ου αι. με μεταγενέστερες επισκευές κατά τον 10ο και 11ο αιώνα. Παλιότερη ανασκαφή του Παπαζώτου στον πύργο έφερε στο φως άφθονη κεραμική 13ου-15ου αι. και ένα νόμισμα Ιουστινιάνειας περιόδου που αποτελεί και την μοναδική ένδειξη παλαιοχριστιανικής φάσης.
Συνεπώς έχουμε δύο κάστρα στην ίδια περιοχή που ταυτίζονται, πάνω-κάτω, χρονικά. Το Παλιόκαστρο ίσως προηγήθηκε απ τον Πύργο Στεφανινών που μπορεί να είναι αυτός το κάστρο που αναφέρεται ως κάστρο Στεφανιανών τον 14ο αιώνα (1346). Σύμφωνα με αυτήν την υπόθεση, το Παλιόκαστρο υπήρξε η πρώτη έδρα της Αρχοντείας Στεφανιανών που πιθανόν αργότερα, τους επόμενους αιώνες, μεταφέρθηκε εντός του σημερινού χωριού των Στεφανινών.

Το Παλιόκαστρο αποτέλεσε ένα βυζαντινό στρατιωτικό δημόσιο έργο που προστάτευε οδική αρτηρία υπερτοπικής στρατηγικής σημασίας και δεν αποκλείεται πέρα από τον αμυντικό ρόλο να είχε και τελωνειακό χαρακτήρα ελέγχου του εμπορίου και εποπτείας μετακινήσεων πληθυσμών και ποιμνίων.


Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία

Το Παλιόκαστρο εκτείνεται σε μια έκταση 6,5 στρεμμάτων περίπου. Η κάτοψή του έχει πολυγωνικό σχήμα. Ανατολικά του λόφου υπάρχει το ρέμα της Νερομάνας.
Οι πλαγιές του υψώματος είναι αρκετά επικλινείς, χαρίζοντας του φυσική προστασία. Η πιο ευάλωτη πλευρά του είναι η βόρεια, στην οποία σχηματίζεται ένας αυχένας-τάφρος μεταξύ της κατερχόμενης πλαγιάς και του κάστρου.

Περιβάλλεται από τείχος που ακολουθεί το κακοτράχαλο ανάγλυφο του εδάφους με συνολικό μήκος 300-350 μέτρων που είναι σε ερειπιώδη κατάσταση.
Στον χώρο υπάρχει οργιώδης βλάστηση που έχει σκεπάσει το μεγαλύτερο μέρος του κάστρου.

Το τείχος αποτελείται από εγχώριους ασβεστόλιθους διαφορετικών μεγεθών με λευκό συνδετικό κονίαμα. Ανάμεσα τους και αραιά παρατηρούνται θραύσματα κεραμικών. Οι γωνιώσεις του τείχους είναι στρογγυλεμένες. Το τείχος σώζεται καλύτερα στην δυτική πλευρά ενώ αντίθετα στην ανατολική πλευρά σώζονται ελάχιστα, σε μικρό ύψος.
Το καλύτερα σωζόμενο τμήμα τείχους, αλλά και το πιο χαρακτηριστικό του κάστρου, βρίσκεται στην βορειοδυτική γωνία σε ύψος που φθάνει τα 4,5 μέτρα και πάχος 1,80μ.

Στο μέσο περίπου του δυτικού τείχους υπάρχει τείχος ύψους περίπου 3 μέτρων με μια σωζόμενη οπή απορροής ομβρίων υδάτων. Δυστυχώς φαίνεται ότι το σημείο αποτέλεσε χώρο λαθρανασκαφής (φωτ.4).

Στη νοτιοδυτική γωνία σώζεται κομμάτι του τείχους με ύψος 2 μέτρα και πάχος 1.80μ. Εδώ είναι και το χαμηλότερο υψομετρικά σημείο του κάστρου (750 μέτρα).

Στην ανατολική πλευρά το τείχος σώζεται σε μικρό ύψος και είναι αρκετά δυσδιάκριτο. Σώζεται ένα μικρό τμήμα που δεν ξεπερνάει σε ύψος το ένα μέτρο.

Από την επιτόπια έρευνα, στο τείχος δεν βρέθηκαν ίχνη πύργων (πιθανότατα υπήρχαν τουλάχιστον στο ανώτατο σημείο, στη ΒΑ γωνία). Εσωτερικά έχουν εντοπιστεί σε παλαιότερες έρευνες ερείπια μικρών ορθογώνιων οικιών, που σημαίνει ότι εντός του κάστρου υπήρχε οικισμός (στο συμπέρασμα αυτό οδηγεί και η σχετικά μεγάλη έκταση). Επίσης παρατηρούνται διάσπαρτα θραύσματα κεράμων ή πλίνθων.


Πρώτη δημοσίευση στον Καστρολόγο:    Νοέμβριος 2022

Πηγές

  • Έρευνα, κείμενο και φωτογραφίες από τον Σάκη Αμφιτρείδη και το blog του ΑΜΦΙΤΡΕΙΔΗΣ (Οκτώβριος 2022)
  • Ευάγγελος Παπαθανασίου, Τεκμήρια Ιστορίας στον Δήμο Βόλβης-2019 (Αφιέρωμα στα 40 χρόνια προσφοράς του Νικόλαου Μουτσόπουλου στην γη της Μυγδονίας), κεφάλαιο: Μικρή Συμβολή στην ιστορική τοπογραφία της περιοχής του Καπετανικίου των Στεφανιανών, σελ. 122-144
  • Ευάγγελος Παπαθανασίου- Μαρίζα Τσιάπαλη, ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ ΣΤΑ ΘΕΣΣΑΛΙΚΑ ΤΕΜΠΗ - 2019, κεφάλαιο: Η Κλεισώρεια Ρεντίνης-Στεφανηνών: Ορισμός-Χαρακτηριστικά- Αμυντική οργάνωση μέσα στο χρόνο σελ. 31-41



Τα δικά σας σχόλια:

Δεν υπάρχουν σχόλια


Στείλτε σχόλιο, παρατήρηση, πληροφορία:

Η απευθείας υποβολή σχολίων μέσα από την ιστοσελίδα έχει απενεργοποιηθεί. Αν θέλετε να στείλετε κάποιο σχόλιο, χρησιμοποιήστε τη φόρμα επικοινωνίας.

Αν το επιθυμείτε, το μήνυμα που θα στείλετε με αυτόν τον τρόπο θα δημοσιευθεί στα σχόλια αυτής της σελίδας.



Road map to Παλιόκαστρο Στεφανινών

Πρόσβαση
Διαδρομή προς το μνημείο
Στα ΝΑ του χωριού ξεκινά χωματόδρομος που περνά μέσα από το ρέμα Νερομάνας. 150μ μετά το ρέμα, κάνουμε δεξιά προς το βουνό. Μετά 4χλμ συναντούμε στα δεξιά έναν κατηφορικό χωμ/δρομο. Συνεχίζουμε πεζή. Mετά 250μ βλέπουμε απέναντι το κάστρο.
Είσοδος:
Ελεύθερη πρόσβαση αλλά η επίσκεψη έχει σημαντικές δυσκολίες λόγω της πυκνής βλάστησης.


Γειτονικά Κάστρα
Πύργος Αγίας Μαρίνας Δάφνης
Πύργος Αρέθουσας
Σταθμός Ασπροβάλτας
Πύργος Ευκαρπίας
Κάστρο Εζεβών
Καισαρούπολις
Πύργος της Μάρως
Κάστρο Μαυρούδας
Πύργος του Μπούργκας
Καστρί Νιγρίτας
Κάστρο Ρεντίνας
Πύργος Σκεπαστού
Κάστρο Λειψάσδας
Παλαιόκαστρο Σταυρού
Πύργος Βρασνών
Οχύρωση Βράχου Αγ. Γεωργίου