Κομοτηνή, Δήμος Κομοτηνής, Νομός Ροδόπης,Αν. Μακεδονία & Θράκη
Μοσυνόπολις
Τοποθεσία: |
Σε πεδινή έκταση, 6 χιλιόμετρα δυτικά της Κομοτηνής. |
Περιφέρεια > Νομός: | |
Αν. Μακεδονία & Θράκη Ν.Ροδόπης | |
Δήμος > Πόλη ή Χωριό: | |
Δ.Κομοτηνής • Κομοτηνή | |
Υψόμετρο: | |
Υψόμετρο ≈ 45 m (Σχετικό ϋψος ≈0 m) |
Χρόνος Κατασκευής | Προέλευση | |
Διάφορες εποχές | ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ |
|
Τύπος Κάστρου | Κατάσταση | |
Βυζαντινή Πόλη |
Δυσδιακριτο
|
Δυσδιάκριτα κατάλοιπα από την οχύρωση της Μοσυνόπολης, μιας μεγάλης και σπουδαίας Βυζαντινής πόλης στη Θράκη.
Από το εσωτερικό της πόλης το μόνο που σώζεται είναι ένας ανασκαμμένος Βυζαντινός ναός, ενώ από τα τείχη έχουν απομείνει λίγα ερείπια, σε χαμηλό ύψος, που κρύβονται σε μεγάλο βαθμό από τη βλάστηση ή από επιχωματώσεις.
Όμως το περίγραμμα της οχύρωσης είναι εμφανές στη δορυφορική εικόνα (βλ. και κάτοψη).
Τοποθεσία & Στρατηγική Σημασία
Η Μοσυνόπολις βρίσκεται στη μέση της θρακικής πεδιάδας, πολύ κοντά στη σιδηροδρομική γραμμή, σε απόσταση 2-3 χλμ. νότια από τους πρόποδες του Παπικίου όρους, 6χλμ. δυτικά από την πόλη της Κομοτηνής και από το πολύ νεώτερο κάστρο της.
Στα βόρεια και τα δυτικά της πόλης κυλάνε τα νερά του Ασπροπόταμου που ταυτίζεται με τον αρχαίο ποταμό Τραύο. (Η ύπαρξη ποταμού δίπλα σε ρωμαϊκό τετραπύργιο, και εν γένει σε πεδινό κάστρο, ήταν από τους βασικούς κανόνες της καστροκτησίας.)
Η στρατηγική σημασία της τοποθεσίας είχε να κάνει, αρχικά, με το ότι ήταν σταθμός της Εγνατίας οδού. Επιπλέον έλεγχε την κίνηση στην πεδιάδα και τα παράλια της Θράκης και τις εξόδους από την οροσειρά της Ροδόπης.
Το Όνομα του Κάστρου
Η πόλη ονομαζόταν «Μαξιμιανούπολις» κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο και «Μοσυνόπολις» κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο.
Η Μαξιμιανούπολις αναφέρεται για πρώτη φορά από τον ιστορικό Αμμιανό Μαρκελλίνο (332–395 μ.Χ.). Εικάζεται ότι το όνομα οφείλεται στον Ρωμαίο αυτοκράτορα Γαλέριο ο οποίος ήταν Αύγουστος της Ανατολής από το 305 έως το 311 και του οποίου το πλήρες όνομα ήταν Γάιος Γαλέριος Βαλέριος Μαξιμιανός (Gaius Galerius Valerius Maximianus).
Στα τέλη του 9ου αιώνα εμφανίζεται το όνομα Μοσυνόπολις.
Ο Φράγκος σταυροφόρος και ιστορικός Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος (θείος του συνονόματου πρίγκιπα της Αχαΐας) ονομάζει την πόλη Μessinople. Ο Ιωάννης Καντακουζηνός στο έργο του «Ιστορίαι», όπου εξιστορεί τα γεγονότα της περιόδου 1320–1356, την αποκαλεί για κάποιο λόγο Μεσήνη (7 αναφορές, μεταξύ των οποίων και η «προῆλθεν ἄχρι πόλεως Μεσήνης παλαιᾶς, ἐκ πολλῶν ἐτῶν κατεσκαμμένης»).
Το «Μοσυνόπολις» προέρχεται μάλλον από την αρχαία λέξη [ο] μόσσυν, -ῡνος, (που υπάρχει στον Ξενοφώντα και σημαίνει ξύλινο σπίτι ή πύργος). Ίσως κάποια εποχή, εκεί στον 9ο αιώνα όταν ξαναχτιζόταν η πόλη, να κατασκευάστηκαν προσωρινά (;) ξύλινα τείχη και πύργοι. Μια άλλη λιγότερο πιθανή ετυμολόγηση είναι από τη λέξη «μέση» (όντας καταμεσής στην πεδιάδα ή στο μέσο περίπου της διαδρομής Θεσσαλονίκη-Κων/πολη) που παρήγαγε το Μεσηνόπολις που ίσως παρεφθάρη σε Μοσυνόπολις από τους παροικούντες Σλάβους, Βουλγάρους κλ.π. Αυτό θα εξηγούσε την υστεροβυζαντινή απλούστευση σε «Μεσήνη».
Ιστορία
Πιστεύεται ότι κατά την αρχαιότητα στη θέση αυτή προϋπήρχε η πόλη Παιζούλαι ή Παίσουλα. Αργότερα, κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο, περνούσε από εδώ η Εγνατία οδός και στο σημείο υπήρχε σταθμός με την ονομασία Porsulis ή Pyrsoali.
Πρωτοβυζαντινή περίοδοςΣτη θέση αυτή επί της Εγνατίας ιδρύθηκε η Μαξιμιανούπολις από τον καταγόμενο από τη Θράκη Αύγουστο της Ανατολής Γαλέριο Βαλέριο Μαξιμιανό (ο οποίος είναι επίσης υπεύθυνος για την κατασκευή της Καμάρας στη Θεσσαλονίκη –της «Αψίδας του Γαλερίου»). Η ίδρυση της πόλης υπολογίζεται ότι έγινε στις αρχές του 4ου αιώνα. Η χρονολόγηση αυτή δεν είναι απολύτως σίγουρη, αλλά είναι συμβατή με την περίοδο βασιλείας του Γαλερίου, καθώς και με το δεδομένο ότι αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Αμμιανό Μαρκελλίνο, στο έργο του Res Gestae, στα τέλη του 4ου αιώνα.
Κατά τον 5ο και 6ο αιώνα, η Μαξιμιανούπολις ήταν έδρα επισκοπής που υπαγόταν στη μητρόπολη Τραϊανουπόλεως.
Η επισκοπή εκπροσωπήθηκε στην Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου (431μ.Χ.) από τον επίσκοπο Εννέπιο, στην Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνος (451 μ.Χ.) από τον επίσκοπο Σερήνο και την Ε΄ Οικουμενική Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως (553 μ.Χ.) από τον επίσκοπο Ευστάθιο.
Πέρα από τις συμμετοχές των επισκόπων στις εκκλησιαστικές συνόδους, δεν είναι γνωστό κάτι άλλο για την ιστορία της πόλης αυτήν την πρώτη περίοδο. Η Μαξιμιανούπολις πρέπει να υπέφερε από τις βαρβαρικές επιδρομές του 5ου αιώνα (Ούννοι, Γότθοι κ.λπ.) αλλά και του 6ου αιώνα (τότε που οι Σκλαβηνοί κατέστρεψαν τη γειτονική Τόπειρο). Γι’ αυτό ίσως χρειάστηκε να ενισχυθεί η οχύρωση της Μαξιμιανούπολης τον 6ο αιώνα επί Ιουστινιανού, όπως αναφέρεται στο έργο Περί Κτισμάτων του ιστορικού Προκόπιου («...τῶν ἐπὶ Ροδόπης πόλεων ὅσα δὴ ἐνδεῖν ἢ καταπεπονηκέναι ξυνηνέχθη τῷ χρόνῳ σπουδῇ τῇ πάσῃ ἀνέστησεν. Εν αἷς Τραϊανούπολίς τε καὶ Μαξιμιανούπολίς εἰσιν, ὧνπερ ἐπηνώρθωσε τὰ ἐν τοῖς προβόλοις σαθρὰ γεγονότα.»).
Η πόλη αναφέρεται και στον Συνέκδημο του Ιεροκλέους, έργο εκδοθέν το 535 περίπου, με περιεχόμενο έναν κατάλογο με τις 912 πόλεις της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Το σχετικό εδάφιο έχει ως εξής: «Ἐπαρχία Ῥοδόπης, ὑπὸ ἡγεμόνα, πόλεις ζ', Αἶνος, Μαξιμιανούπολις, Τραϊανούπολις, Μαρώνεια, Τόπειρος νῦν Ῥούσιον, Νικόπολις, Κερεόπυργος».
Μεσοβυζαντινή περίοδοςΤον 7ο, 8ο και 9ο αιώνα δεν γνωρίζουμε τίποτε για την ιστορία της πόλης. Λογικά, η περιοχή όπως ένα μεγάλο μέρος της Μακεδονίας και της Θράκης πρέπει να είχε κατακλυστεί από Σλάβους που είχαν δημιουργήσει διάφορες ημιανεξάρτητες Σκλαβηνίες. Οπότε αυτήν την περίοδο η Μαξιαμιανούπολις δεν βρισκόταν υπό άμεσο Βυζαντινό έλεγχο. Και ίσως τότε, σταδιακά, το δυσπρόφερτο από τα βαρβαρικά φύλα «Μαξιαμιανούπολις» παρεφθάρη και έγινε «Μοσυνόπολις» (τρίτη εκδοχή για την προέλευση της ονομασίας!).
Κατά τον 7ο αι. η Μαξιμιανούπολη παρουσιάζεται ως αυτοκέφαλος αρχιεπισκοπή στην έκθεση του Ψευδο-Επιφανίου (7ου αι. μ.Χ.) και συνεχίζει να εμφανίζεται ως αρχιεπισκοπή στους καταλόγους των τάξεων πρωτοκαθεδρίας ( Notitiae) του β΄ μισού του 8ου αιώνος. Είναι όμως πολύ αμφίβολο αν ήταν όντως αρχιεπισκοπή.
Η πόλη επανεμφανίζεται από ιστορικές πηγές στα τέλη του 9ου αιώνα, με νέο όνομα. Συγκεκριμένα στην Εκκλησιαστική Σύνοδο του 879 μαρτυρείται, μεταξύ αυτών που συμμετείχαν υπό τον μητροπολίτη Τραϊανουπόλεως, η παρουσία του επισκόπου «Παύλου Μοσυνοπόλεως». Κατά τον 10ο αιώνα, η Μοσυνόπολις συνεχίζει να αναγράφεται ως επισκοπή υπαγόμενη στη μητρόπολη Τραϊανουπόλεως και έτσι απαντά στη Διατύπωση Λέοντος Στ΄(901 – 907) και στα Νέα Τακτικά ( μεταξύ των ετών 930 και 940).
Από τον 11ο αιώνα, η πόλη γίνεται πρωτεύουσα του θέματος Βολερού (μεταξύ Νέστου και Αλεξανδρούπολης) και, αναφέρεται όλο και πιο συχνά από ιστορικές πηγές.
Πάντως στο έργο τού Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου Περί Θεμάτων (De Thematibus – μέσα του 10ου αιώνα) όπου καταγράφεται η διοικητική διαίρεση της αυτοκρατορίας, η «Μαξιμιανούπολις» (και όχι «Μοσυνόπολις») εμφανίζεται και πάλι ως μια από τις πόλεις της επαρχίας Ροδόπης, η οποία ανήκει στο Θρακώον θέμα. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι το παλιό όνομα παρέμεινε ως η επίσημη ονομασία της Μοσυνόπολης, αλλά μάλλον οφείλεται στο γεγονός ότι ο Πορφυρογέννητος σε πολλά σημεία αντέγραψε τον Συνέκδημο του 6ου αιώνα χωρίς να μπει στον κόπο να εκσυγχρονίσει τη λίστα των πόλεων με τις νεώτερες ονομασίες.
Στις αρχές του 11ου αι. η Μοσυνόπολις χρησιμοποιήθηκε από τον Βασίλειο Β΄τον Βουλγαροκτόνο ως ορμητήριο για κάποιες από τις συνεχείς εκστρατείες του εναντίον των Βουλγάρων.
Το 1041 ο Μιχαήλ Δ΄ στάθμευσε στη Μοσυνούπολη για να καταπολεμήσει τη βουλγαρική εξέγερση του Δελεάνου.
Το 1083 ο Αλέξιος Α΄ Κομνηνός στρατοπέδευσε εδώ και συνέλαβε τους 3000 λιποτακτήσαντες από το βυζαντινό στρατό Παυλικιανούς και Βογομίλους και τους εξόρισε, σύμφωνα με τη χαρακτηριστική περιγραφή της Άννας Κομνηνής.
Το 1096 διέρχεται από την πόλη το 4ο κύμα της Α΄ Σταυροφορίας κατευθυνόμενο στην Κωνσταντινούπολη.
Στα 1097 οι Νορμανδοί σταυροφόροι του Βοημούνδου κατευθύνθηκαν κι αυτοί προς την Κωνσταντινούπολη περνώντας από την Μοσυνούπολη.
Στα 1185 η πόλη και η περιοχή της κυριεύθηκε από τους Νορμανδούς του Γουλιέλμου Β’ της Σικελίας που λίγο πριν είχαν καταλάβει τη Θεσσαλονίκη. Ο Βυζαντινός στρατηγός Αλέξιος Βρανάς ανέκτησε την πόλη την ίδια χρονιά.
Το 1199 ο Βούλγαρος βογιάρος Ιβάνκο (ή Ιβαγκός) απέσπασε προσωρινά από το Βυζάντιο την περιοχή από τη Μοσυνόπολη έως την Ξάνθεια.
Το Ιούλιο του 1203 ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Αλέξιος Γ΄ Άγγελος Κομνηνός εγκατέλειψε την Κωνσταντινούπολη που την πολιορκούσαν οι σταυροφόροι της Δ’ Σταυροφορίας και κατέφυγε με τους αυτοκρατορικούς θησαυρούς στη Μοσυνόπολη. Μετά την άλωση του 1204 από τους Φράγκους, ο διάδοχός του στον θρόνο και γαμπρός του, ο Αλέξιος Ε’ Μούρτζουφλος, κατέφυγε και αυτός στη Μοσυνόπολη, όπου όμως ο Αλέξιος Γ’ τον τύφλωσε με δόλο και τον πέταξε έξω από την πόλη.
Η Μοσυνόπολη κατελήφθη από τους Φράγκους της Δ’ Σταυροφορίας προς το τέλος του 1204 και δόθηκε ως φέουδο στον Γοδεφρείδο Βιλλεαρδουίνο (τον ιστορικό).
Το 1206 ο σφετεριστής τσάρος της Βουλγαρίας Ιβάν Α’ (ή Καλογιάν ή Ιωαννίτζης ή Σκυλογιάννης) χάλασε τη συμμαχία του με τους Φράγκους και επιτέθηκε στη Βόρεια Ελλάδα. Σε μια από τις μεγαλύτερες καταστροφές που γνώρισε ποτέ η Θράκη, ο Ιωαννίτζης λεηλάτησε πολλές Βυζαντινές πόλεις, κατέστρεψε όλα τα φρούρια επί της Εγνατίας και κατέσφαξε τον ελληνικό πληθυσμό. Σε αυτήν την επιδρομή κατέλαβε και τη Μοσυνόπολη, γκρέμισε τα τείχη της και την ισοπέδωσε. Κυριολεκτικά, την έσβησε από τον χάρτη.
Αυτό ήταν το τέλος της πόλης. Η Μοσυνόπολη συνέχισε να φυτοζωεί για λίγα ακόμα χρόνια, αλλά τα τείχη δεν ξανακτίστηκαν και ο πληθυσμός σιγα-σιγά μετοίκησε στα γειτονικά Κουμουντζηνά (Κομοτηνή) όπου κτίστηκε ένα μικρό καινούργιο κάστρο (μια λύση που προφανώς προτιμήθηκε από τη χρονοβόρα και πολυδάπανη ανοικοδόμηση των μήκους 2,5 χιλιομέτρων τειχών της Μοσυνόπολης).
Το 1225 η πόλη απελευθερώθηκε από τον δεσπότη της Ηπείρου Θεόδωρο Κομνηνό Δούκα. Όμως ήταν πλέον ένας ανοχύρωτος οικισμός σε καλπάζουσα παρακμή.
Ο Ιωάννης Στ’ Καντακουζηνός, κατά τη διάρκεια του Β’ Βυζαντινού Εμφυλίου του 14ου αιώνα, πέρασε από τη Μεσήνη το 1343 και τη βρήκε «πόλιν παλαιάν, εκ πολλών ετών κατεσκαμμένην».
Αρκετά αργότερα, το 1433, εφτά δεκαετίες μετά την τουρκική κατάκτηση, πέρασε από εδώ ο Βουργουνδός περιηγητής Bertrandon de la Broquière και, όπως σημειώνει στο έργο του Le Voyage d’Outre-Mer, είδε μια πόλη, τη Mussi, ερειπωμένη, ακατοίκητη και με κατεστραμμένη οχύρωση.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Το περίγραμμα της οχύρωσης είναι, κατά προσέγγισιν, ένα ορθογώνιο, με τη μεγάλη πλευρά στον άξονα ΝΔ-ΒΑ ((βλ. και κάτοψη).
Το μήκος της περιμέτρου της οχύρωσης είναι πάνω από 2,5 χιλιόμετρα. Η δυτική πλευρά ήταν 460 μέτρα, η βόρεια 850, η ανατολική 435 και η νότια 800 μέτρα. Η έκταση που περικλείεται από τα τείχη είναι 382 στρέμματα. Χωρίς αμφιβολία, η Μοσυνόπολις ήταν μια πραγματικά μεγάλη πόλη για τα δεδομένα του Μεσαίωνα. Πρέπει να ήταν από τις μεγαλύτερες πόλεις των Βαλκανίων.
Η οχύρωση διέθετε κυκλικούς πύργους στις γωνίες και ορθογώνιους ενδιάμεσα στις πλευρές σε τακτά διαστήματα, ανά 50μ. περίπου. Δηλαδή οι πύργοι πρέπει να ήταν πάνω από 50! Η σχεδίαση της οχύρωσης ακολουθεί τα πρότυπα ενός κλασικού –αλλά μεγεθυμένου– Ρωμαϊκού τετραπυργίου.
Απ΄αυτή την πανίσχυρη οχύρωση σήμερα σώζονται ελάχιστα τμήματα του τείχους. Από τους πύργους, διακρίνονται σήμερα 3 πύργοι σε χαμηλό ύψος: ένας κυκλικός (φωτ.4,5) στην νοτιοανατολική γωνία και δύο τετράπλευροι δίπλα του. Και οι τρεις σε χαμηλό ύψος –1,5 με 2 μέτρα. Πιθανότατα υπάρχουν και άλλοι κρυμμένοι από τη βλάστηση.
Το μεγαλύτερο μέρος των τειχών δεν ξεπερνούν το ύψος των θεμελίων. Τα λίγα τμήματα που είναι σε μεγαλύτερο ύψος διακρίνονται δύσκολα λόγω της ανεξέλεγκτης βλάστησης. Σημειωτέον ότι η βλάστηση είναι πυκνή μόνο κατά μήκος του τείχους, ενώ η υπόλοιπη έκταση εντός των τειχών καλύπτεται από χωράφια που καλλιεργούνται. Το γεγονός ότι η βλάστηση είναι πυκνή μόνο στο περίγραμμα είναι αυτό που φανερώνει το ίχνος του τείχους. Σε ορισμένα σημεία που το τείχος δεν είναι ορατό, η πορεία του γίνεται αντιληπτή από την υπερύψωση του εδάφους.
Το πάχος του τείχους ήταν περί τα 2,5μ. Το μέγιστο ύψος που εντοπίστηκε είναι στην βόρεια πλευρά και φθάνει έως 2,5-3 μέτρα. Στην ανατολική πλευρά βρέθηκε και προτείχισμα.
Η τοιχοποιία συνίσταται από αργούς λίθους, και λευκό συνδετικό κονίαμα. Στα περισσότερα σωζόμενα τμήματα διακρίνονται και ζώνες με πλινθία, κοινό χαρακτηριστικό των Βυζαντινών οχυρώσεων.
Η Μοσυνούπολις ανεσκάφη τη διετία 1975/76 από τον Χαράλαμπο Πέννα, οπότε ανακαλύφθηκε τμήμα της δυτικής οχύρωσης (φωτ.7). Έκτοτε δεν έχει γίνει κάποια άλλη σοβαρή προσπάθεια, όσον αφορά την οχύρωση, και ο χώρος παραμελήθηκε.
Ανασκαφική έρευνα των τελευταίων ετών που είναι σε εξέλιξη αποκάλυψε στο εσωτερικό της πόλης μεγάλο περίκεντρο ναό του 11ου-12ου αι. που πιστεύεται ότι ήταν ο επισκοπικός ναός της πόλης. Το σημείο γύρω από το ναό είναι το μόνο που έχει σήμανση και περίφραξη και που δεν είναι προσβάσιμο στον επισκέπτη.
Εξωτερικά από το βόρειο τείχος, υπάρχουν θραύσματα ερειπίων και κάποια τμήματα με καμάρα που σχηματίζουν ένα σχεδόν ευθύγραμμο τείχος μήκους 70 μέτρων που καταλήγει στην κοίτη του Ασπροπόταμου. Αυτή η εξωτερική κατασκευή ενώνεται κάθετα με το βόρειο τείχος σε σημείο που απέχει 150 μέτρα από την ΒΑ γωνία. Πιθανότατα πρόκειται για υδραγωγείο.
Πρώτη δημοσίευση στον Καστρολόγο: | Σεπτέμβριος 2022 |
Πηγές
- Έρευνα, φωτογραφίες και πληροφορίες από τον Σάκη Αμφιτρείδη και το blog του ΑΜΦΙΤΡΕΙΔΗΣ (2022)
- Ιστοσελίδα ΟΔΥΣΣΕΥΣ - Υπουργείου Πολιτισμού, Μαξιμιανούπολις-Μοσυνούπολις, συντάκτης Νικόλαος Ζήκος, αρχαιολόγος
- Κωνσταντίνα Ευκλείδου, «Η βυζαντινή Μοσυνόπολη. Από τη Μαξιμιανούπολη στη Μεσήνη (4ος-14ος αι.)», Στο: Σέργης, Μ. και συνεργάτες (Επιστημονική Επιτροπή), Όψεις της Ιστορίας και του Πολιτισμού της Θράκης. Κομοτηνή: Σχολή Κλασικών και Ανθρωπιστικών Σπουδών Δ.Π.Θ., Περιφερειακή Διεύθυνση Π/θμιας και Δ/θμιας Εκπαίδευσης Αν. Μακεδονίας και Θράκης, Κομοτηνή 2015, σελ.61-93.
- ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ, τεύχος 30/Β2 (1975), σελ. 311-312
Τα δικά σας σχόλια:
Δεν υπάρχουν σχόλια
Στείλτε σχόλιο, παρατήρηση, πληροφορία:
Η απευθείας υποβολή σχολίων μέσα από την ιστοσελίδα έχει απενεργοποιηθεί. Αν θέλετε να στείλετε κάποιο σχόλιο, χρησιμοποιήστε τη φόρμα επικοινωνίας.
Αν το επιθυμείτε, το μήνυμα που θα στείλετε με αυτόν τον τρόπο θα δημοσιευθεί στα σχόλια αυτής της σελίδας.
|
Πρόσβαση |
---|
Διαδρομή προς το μνημείο |
Ξεκινάμε από την Κομοτηνή προς Ίασμο από τον παλιό επαρχιακό δρόμο. Μετά 6χλμ συναντάμε καφέ πινακίδα που αναγράφει «Μαξιμιανούπολις». Στρίβουμε δεξιά σε ασφαλτόδρομο για 1 χλμ. και μετά από σύντομο χωματόδρομο βρισκόμαστε στην περιοχή των ερειπίων. |
Είσοδος: |
Ελεύθερη πρόσβαση. Ο χώρος της βασιλικής είναι περιφραγμένος και κλειδωμένος. |
Γειτονικά Κάστρα |
---|
Φρούριο Γρατινής |
Τείχη Κομοτηνής |
Κάστρο Ληνού |
Πύργος Μολυβωτής |
Φρούριο Νυμφαίας |
Κάστρο Πολύανθου |
Κάστρο Πόρων |
Κάστρο Θάμνων |