Καστρολογοσ

Κάστρα της Ελλάδας
 

Αθήνα, Δήμος Αθηναίων, Νομός Αθηνών,Αττική

Ακρόπολη Αθηνών

  
★ ★ ★ ★ ★
 <  1 / 1119  > 
  • Φωτογραφιες
  • Δορυφορικη
  •   Χαρτης  
  •  Κατοψη 
  •  Απεικόνιση 


Τοποθεσία:
Αθήνα
Περιφέρεια > Νομός: Greek Map
Αττική
Ν.Αθηνών
Δήμος > Πόλη ή Χωριό:
Δ.Αθηναίων
• Αθήνα
Υψόμετρο:
Υψόμετρο ≈ 156 m 
(Σχετικό ϋψος ≈70 m)
Χρόνος Κατασκευής  Προέλευση
Διάφορες εποχές  
ΑΡΧΑΙΟ
H 
Τύπος Κάστρου  Κατάσταση
Κάστρο  
Μετρια
 
 
 
 
 
 
 

Η Αθήνα, πέρα από την ένδοξη ιστορία της κλασσικής περιόδου, υπήρξε και κατά τον Μεσαίωνα μια από τις πιο σημαντικές πόλεις του κόσμου. H Ακρόπολη ήταν το κάστρο της. Και παρέμεινε κάστρο μέχρι το τέλος της τουρκοκρατίας.

Η Ακρόπολη των Αθηνών είναι ένας βραχώδης λόφος σε υψόμετρο 156 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας. Στην κορυφή του λόφου διαμορφώνεται ένα τραπεζοειδές πλάτωμα μήκους 300 μ., μέγιστου πλάτους 150 μ, με συνολική επιφάνεια 25 στρέμματα περίπου. Το πλάτωμα προστατευόταν διαχρονικά από οχυρωματικό περίβολο με περίμετρο σχεδόν 700 μέτρα.
Ο λόφος είναι απόκρημνος και δυσπρόσιτος από όλες τις πλευρές εκτός από τη δυτική, όπου βρισκόταν η κύρια πύλη του κάστρου, την οποία προστάτευαν τα Προπύλαια, όπου και ο λαμπρός ναός της Απτέρου Νίκης.


Ιστορία

Ο ιερός βράχος της Ακροπόλεως είχε κατοικηθεί από πολύ παλιά. Το πλάτωμα στο επάνω μέρος είχε αρκετά μεγάλο μέγεθος ώστε να γίνει δυνατό να δημιουργηθεί εδώ ένας οχυρωμένος οικισμός ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ. Ένας λόγος που ευνόησε την κατοίκηση εκτός από τη φυσική προστασία που παρείχε ο βράχος ήταν και το γεγονός ότι υπήρχαν πηγές νερού στις πλαγιές του λόφου.
Κατά τη Μυκηναϊκή περίοδο ο οικισμός μεγάλωσε και η Ακρόπολη έγινε το κέντρο εξουσίας σε ολόκληρη την Αττική (με εξαίρεση την Ελευσίνα). Σύμφωνα με την παράδοση, ο ηγεμόνας που ένωσε τα πολίσματα της Αττικής για να σχηματισθεί η Αθήνα ήταν ο Θησέας. Το γεγονός αυτό τοποθετείται στο δεύτερο μισό της 2ης π.Χ. χιλιετίας (δηλαδή μετά το 1500μ.Χ.). Τότε περίπου (το αργότερο μέχρι το 1200 π.Χ.), όπως όλες οι Ελληνικές πόλεις της πρώιμης Εποχής του Χαλκού, η Ακρόπολη οχυρώθηκε με ένα τείχος από μεγάλους λαξεμένους λίθους, το γνωστό «Κυκλώπειο Τείχος». Υπολείμματα αυτής της πρώτης οχύρωσης είναι ορατά κυρίως στα νοτιοανατολικά των Προπυλαίων, ενώ η πορεία του Κυκλωπείου τείχους ιχνηλατείται στην περιφέρεια του βράχου, στη βάση μεταγενέστερων οχυρώσεων.

Στην πρώτη αυτή περίοδο η Ακρόπολη ήταν το διοικητικό κέντρο και φιλοξενούσε την κατοικία του ηγεμόνα, στη θέση όπου σήμερα είναι το Ερέχθειο. Αργότερα, όταν το πολίτευμα των Αθηνών άλλαξε και η εξουσία πέρασε στο άστυ, η Ακρόπολη έπαψε να είναι κέντρο της κοσμικής εξουσίας και σιγά-σιγά μετατράπηκε σε τόπο θρησκευτικής λατρείας και σε «ιερό βράχο».
Εκεί όπου αρχικά βρισκόταν το βασιλικό ανάκτορο των μυκηναϊκών χρόνων ανοικοδομήθηκε τον 8ο π.Χ. αιώνα μικρός ναός αφιερωμένα στην προστάτιδα της πόλης, την Αθηνά Πολιάδα. Στον ναό αυτό φυλασσόταν ξύλινο άγαλμα της θεάς από ελιά (ξόανον) που κατά την παράδοση είχε πέσει από τον ουρανό. Δίπλα στον ναό υπήρχαν ο τάφος του Κέκροπα, η ελιά της θεάς Αθηνάς, και τα σημάδια από το χτύπημα της τρίαινας του Ποσειδώνα. Από τον 6ο αι. π.Χ. άρχισαν να χτίζονται πάνω στον βράχο τα ιερά των Αθηναίων, όπως το Εκατόμπεδον (Εκατόμπεδος νεώς), που χτίστηκε λίγο πριν από τα μέσα του 6ου αιώνα και πήρε το όνομα αυτό επειδή είχε μήκος 100 αττικών ποδιών. Ήταν αφιερωμένο στην Παλλάδα Αθηνά, την προστάτιδα της πόλης στους πολέμους, ενώ ο άλλος ναός, της Πολιάδος, ήταν αφιερωμένος στην Αθηνά ως προστάτιδα της γονιμότητας. Το Εκατόμπεδον μάλλον βρισκόταν εκεί όπου χτίστηκε αργότερα ο Παρθενώνας.

Το Κυκλώπειο τείχος των μυκηναϊκών χρόνων φαίνεται ότι διατηρήθηκε με μικρές τροποποιήσεις μέχρι το 480 π.Χ., όταν μεγάλο μέρος του καταστράφηκε κατά την κατάληψη της Αθήνας από τους Πέρσες. Τότε καταστράφηκαν και οι ναοί που υπήρχαν μέχρι τότε πάνω στον βράχο. Μεταξύ αυτών και το Εκατόμπεδον.

Η ανοικοδόμηση των τειχών και των ιερών άρχισε μετά τους Περσικούς πολέμους. Υπό την επίβλεψη του Φειδία και των αρχιτεκτόνων Μνησικλή, Καλλικράτη και Καλλίμαχου χτίστηκαν και διακοσμήθηκαν ο Παρθενώνας, το Ερέχθειο, τα Προπύλαια και ο ναός της Αθηνάς ή Απτέρου Νίκης.

Η ανοικοδόμηση ειδικά του τείχους οφείλεται στην επιμονή του Θεμιστοκλή, κατόπιν ενεργειών του οποίου επισκευάστηκε αρχικά το βόρειο τμήμα του τείχους που ονομάστηκε «Θεμιστόκλειο». Στην οικοδόμησή του χρησιμοποιήθηκε υλικό από τα κτίσματα που κατέστρεψαν οι Πέρσες και σήμερα διακρίνονται στον περίβολο βόρεια του Ερεχθείου οι ημιτελείς σπόνδυλοι του Προ-Παρθενώνα, καθώς και κομμάτια από τον θριγκό (τρίγλυφα, γείσα και μετόπες) από τον αρχαίο ναό της Αθηνάς.
Το νότιο τείχος οικοδομήθηκε την εποχή του Κίμωνα, μετά τη νίκη στον Ευρυμέδοντα ποταμό το 467 π.Χ., γι' αυτό και ονομάσθηκε «Κιμώνειο». Για την κατασκευή του χρειάσθηκε να διευρυνθεί η επιφάνεια του βράχου της Ακρόπολης στο νότιο τμήμα της με την κατασκευή τεχνητού ανδήρου. Στην οικοδόμησή και αυτού του τμήματος χρησιμοποιήθηκε υλικό (επιστύλια), από τον αρχαίο ναό και τον Προ-Παρθενώνα.

Τον 3ο αι. μ.Χ., μετά την καταστροφική επιδρομή των Ερούλων του 267 μ.Χ., στα δυτικά της Ακρόπολης και κάτω από τα Προπύλαια κατασκευάσθηκε συμπληρωματική οχύρωση και δύο πύλες, από τις οποίες η δυτική είναι η πύλη Beule. Ήταν η εποχή που έγιναν σοβαρές επεμβάσεις γενικά στην οχύρωση των Αθηνών και κατασκευάστηκε το υστερορωμαϊκό Βαλεριάνειο τείχος (χαμηλά, εκτός Ακρόπολης).

Τους επόμενους αιώνες, κατά τη Βυζαντινή περίοδο, η Αθήνα περιορίστηκε μέσα σε αυτό το υστερορωμαϊκό τείχος, το οποίο περιέβαλλε τον λόφο της Ακρόπολης. Η μια άκρη του ήταν κάτω από τα Προπύλαια, συνέχιζε κατά μήκος της ανατολικής πλευράς της Παναθηναϊκής οδού, περνούσε από τη νοτιοανατολική Στοά και τη βιβλιοθήκη του Πανταίνου, περιέκλειε τη Βιβλιοθήκη του Αδριανού και το Ηρώδειο, συνέχιζε προς τα ανατολικά και εν συνεχεία νότια και έκλεινε στα ΒΑ της Ακρόπολης.
Επάνω στον βράχο κατεδαφίστηκαν εκείνη την εποχή τα περισσότερα αρχαία κτίσματα εκτός από το Ερέχθειο, τα Προπύλαια και τον Παρθενώνα. Τα Προπύλαια διαμορφώθηκαν σε φρούριο και το Ερέχθειο σε κατοικία του κυβερνήτη. Ο Παρθενώνας μετατράπηκε τον 6ο αιώνα σε χριστιανική εκκλησία αφιερωμένη αρχικά στην Αγία του Θεού Σοφία και αργότερα στην Παναγία την Αθηνιώτισσα. Σημειωτέον ότι η οροφή του ναού είχε ήδη καεί στην επιδρομή των Έρουλων και αντικαταστάθηκε κάποια στιγμή από μια μικρότερη που στέγαζε μόνο τον σηκό αφήνοντας την εξωτερική κιονοστοιχία ακάλυπτη.

Κατά τη Βυζαντινή περίοδο προστέθηκαν κάποια κτίρια στο εσωτερικό που κατεδαφίστηκαν κατά τον 19ο αιώνα. Αυτήν την περίοδο –άγνωστο πότε ακριβώς– προστέθηκαν και οι χαρακτηριστικές αντηρίδες περιμετρικά στον οχυρωματικό περίβολο, προφανώς για τη βελτίωση της στατικότητας της οχύρωσης και του τρόπου έδρασης πάνω στον βράχο (που πάντα υπέφερε από σεισμούς).

Επί φραγκοκρατίας η Αθήνα ήταν αρχικά, τον 13ο αιώνα, φέουδο των Ντελαρός και τον 14ο αιώνα, μετά την επικράτηση της Καταλανικής Εταιρείας στη νότιο Ελλάδα, πέρασε στον έλεγχο των Καταλανών. Προς το τέλος του 14ου αιώνα, το Δουκάτο των Αθηνών έγινε κτήση της φλωρεντινής οικογένειας των Ατζαγιόλι. Από τα πρώτα χρόνια της φραγκοκρατίας ο Παρθενώνας έγινε καθολικός ναός (της Notre Dame).

Κατά διάρκεια της φραγκοκρατίας, ίσως την εποχή των Ατζαγιόλι (1388-1458) ή μπορεί και νωρίτερα, τον 13ο αιώνα, χτίστηκαν στην Ακρόπολη δύο πύργοι. Ο ένας στη δυτική πλευρά πάνω από τα Προπύλαια και ο δεύτερος στη βορειοανατολική πλευρά στη θέση Belvedere εκεί όπου είναι σήμερα ο ιστός της σημαίας.

Κατά την τουρκοκρατία η Ακρόπολη έπαθε πολλές ζημίες. Το 1645 ένας κεραυνός ανατίναξε την πυριτιδαποθήκη και προκάλεσε μεγάλη καταστροφή στα Προπύλαια. Το 1687, κατά τη διάρκεια του Στ’ Ενετοτουρκικού πολέμου ο Ενετός αρχιστράτηγος Φραντσέσκο Μοροζίνι πολιόρκησε την Ακρόπολη και βομβάρδισε τον Παρθενώνα που είχε μετατραπεί από τους Τούρκους σε μπαρουταποθήκη. Μια οβίδα προκάλεσε την ανατίναξη της μπαρουταποθήκης που κατέστρεψε μεγάλο τμήμα του ναού. Παρόλο που ο Μοροζίνι ισχυρίστηκε πως η οβίδα έπεσε κατά λάθος, επικρίθηκε έντονα για αυτήν την ενέργεια που κηλίδωσε τη φήμη του. Πάντως αυτό δεν στάθηκε εμπόδιο στο να εκλεγεί Δόγης της Βενετίας την επόμενη χρονιά, το 1688.

Ως γνωστόν, εκτεταμένες καταστροφές στα μνημεία της ακρόπολης προκάλεσε ο Σκωτσέζος λόρδος Έλγιν λίγο πριν από την Επανάσταση. Έβαλε να ξηλώσουν τη ζωφόρο του Παρθενώνα, μετόπες, αετώματα, μία Καρυάτιδα και έναν κίονα του Ερεχθείου, τα οποία μετέφερε στην Αγγλία. Για όλα αυτά πλήρωσε 35000 λίρες στους Τούρκους, ενώ στους Αθηναίους έκανε δώρο ένα ευτελές ρολόι, που στήθηκε στην αρχαία αγορά.

Κατά την Επανάσταση του 1821 η Ακρόπολη πολιορκήθηκε εναλλάξ από Έλληνες και Τούρκους και υπέστη νέες καταστροφές. Για λίγα χρόνια μετά την εκδίωξη των Τούρκων, η ακρόπολη συνέχισε να χρησιμοποιείται σαν φρούριο. Αυτό σταμάτησε περί το 1835, οπότε η ακρόπολη έγινε προσβάσιμη στο ευρύ κοινό.

Ο πύργος της δυτικής πλευράς, των προπυλαίων, επί τουρκοκρατίας χρησιμοποιήθηκε κυρίως ως φυλακή και ήταν γνωστός ως «Γουλάς» ή «Κουλάς». Ήταν ένας ογκώδης πύργος με ύψος 26 μέτρα και διαστάσεις βάσης 8,7✖7,8 μέτρα, που δέσποζε στο αθηναϊκό τοπίο για αρκετούς αιώνες.

Στον πύργο αυτό είχε φυλακιστεί και δολοφονηθεί το 1825 ο Οδυσσέας Ανδρούτσος από τους πολιτικούς του αντιπάλους, σε μια από της πιο μαύρες σελίδες της διχόνοιας που είχε επικρατήσει τα πρώτα χρόνια μετά την επανάσταση.

Ο κουλάς κατεδαφίστηκε το 1874 στο πλαίσιο της προσπάθειας ανάδειξης του αρχαίου χαρακτήρα του μνημείου. Η κατεδάφιση (που είχε χρηματοδοτηθεί από τον Ερρίκο Σλήμαν) ήταν μια σοβαρή επέμβαση που άλλαξε δραστικά την εικόνα της ακρόπολης και εκείνη την εποχή είχε προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις διεθνώς.

Οι πιο πρόσφατες επισκευές του τείχους έγιναν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στη νοτιοανατολική γωνία του.


Πρώτη δημοσίευση στον Καστρολόγο:    Ιούλιος 2021

Πηγές




Τα δικά σας σχόλια:

Δεν υπάρχουν σχόλια


Στείλτε σχόλιο, παρατήρηση, πληροφορία:

Η απευθείας υποβολή σχολίων μέσα από την ιστοσελίδα έχει απενεργοποιηθεί. Αν θέλετε να στείλετε κάποιο σχόλιο, χρησιμοποιήστε τη φόρμα επικοινωνίας.

Αν το επιθυμείτε, το μήνυμα που θα στείλετε με αυτόν τον τρόπο θα δημοσιευθεί στα σχόλια αυτής της σελίδας.