Πλατανάκι, Δήμος Νότιας Κυνουρίας, Νομός Αρκαδίας,Πελοπόννησος
Κάστρο Γλυππίας
Τοποθεσία: |
Ανάμεσα στα χωριά Πλατανάκι και Άγιο Βασίλειο στην Κυνουρία, στον Πάρνωνα |
Περιφέρεια > Νομός: | |
Πελοπόννησος Ν.Αρκαδίας | |
Δήμος > Πόλη ή Χωριό: | |
Δ.Νότιας Κυνουρίας • Πλατανάκι | |
Υψόμετρο: | |
Υψόμετρο ≈ 800 m (Σχετικό ϋψος ≈30 m) |
Χρόνος Κατασκευής | Προέλευση | |
13ος με 15ος αι. | ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΟ |
|
Τύπος Κάστρου | Κατάσταση | |
Πυργόσπιτο |
Μετρια
|
Μεσαιωνικός πύργος ανάμεσα στα χωριά Πλατανάκι και Άγιο Βασίλειο στην Κυνουρία, στις πλαγιές του Πάρνωνα και κοντά στο μικρό, εγκαταλειμμένο μοναστήρι της Παναγιάς Ζωοδόχου Πηγής, γνωστής ως Παλαιοπαναγιάς Καστριώτισσας (ονομασία που δείχνει ότι το κάστρο προϋπήρχε του μοναστηριού).
Βρίσκεται στην άκρη ενός λόφου στον οποίο πιστεύεται ότι κατά την αρχαιότητα βρισκόταν η αρχαία κώμη Γλυππία .
Ιστορία
Στο ύψωμα όπου βρίσκεται o πύργος τοποθετείται η ακρόπολη της αρχαίας κώμης των «Γλυμπείων» όπως αναφέρει ο Πολύβιος, ή της «Γλυππίας», σύμφωνα με τον Παυσανία, η οποία, πιθανώς, ήταν στη θέση του γειτονικού Παλαιοχωρίου. Βορειοδυτικά στο λόφο σώζονται ακόμη λιγοστά ίχνη από την αρχαία οχύρωση που κατασκεύασαν οι Αργείοι περί τον 3ο αι. π.Χ. Στην περιοχή του υψώματος πραγματοποιήθηκε μάχη μεταξύ των Λακώνων και των Μεσσηνίων το 218 π.Χ.
Αργότερα, κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους, στη θέση της ακρόπολης ανεγέρθηκε κάστρο για το οποίο δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες. Το πιο πιθανό είναι το κάστρο να ήταν φράγκικο και να κτίστηκε τον 13ο ή 14ο αιώνα. Η θέση «Γλυππία» απαντά ως “Limbia” στον ενετικό κατάλογο των κάστρων της Πελοποννήσου του 1463 που δημοσίευσε ο Ch. Hopf. Στην ενετική απογραφή του 1700 συναντάμε το γειτονικό χωριό Άγιος Βασίλειος (Ai Basili) εντασσόμενο στην επαρχία Τσακωνιάς, αλλά και στην απογραφή του 1704, εντασσόμενο πλέον στην επαρχία του Μυστρά με την ονομασία Limbia S. Vassili. Ο συνδυασμός αυτών των αναφορών αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι κοντά στον Άγιο Βασίλειο υπήρχε κάστρο που δεν μπορεί να είναι άλλο από την Γλυππία.
Μοναδικό κατάλοιπο αυτού του φράγκικου κάστρου είναι ο συγκεκριμένος πύργος. Φαίνεται πως χρησιμοποιήθηκε για πολύ καιρό μετά τον παροπλισμό του κάστρου, πιθανόν μέχρι την τελευταία περίοδο της Τουρκοκρατίας και πιθανότατα σαν κατοικία κάποιου τοπικού άρχοντα.
Κάποια στιγμή -αν όχι εξαρχής- θα πρέπει να αποτέλεσε μέρος του παρακείμενου μοναστηριού της Παλαιοπαναγιάς το οποίο εγκαταλείφθηκε το 1831.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Η βόρεια, νότια και δυτική πλευρά του λόφου είναι απρόσβλητες και μόνο η ανατολική πλευρά είναι πιο ομαλή. Στο ύψωμα σώζεται μεγάλο τμήμα μεσαιωνικού πύργου, λείψανα κτισμάτων, μεταξύ αυτών μονόχωρου ναού, καθώς και λιγοστά τμήματα οχυρωματικού περιβόλου.
Ο πύργος αποτελούσε τμήμα του περιβόλου, όπως μαρτυρείται από τα ίχνη της ένωσης του τείχους με τον πύργο στις πλάγιες πλευρές του.
Ο πύργος είναι τετράγωνης κάτοψης έχει ύψος 20 περίπου μέτρα και διαθέτει τέσσερα επίπεδα. Το ισόγειο είναι διαμορφωμένο σε κινστέρνα (υδατοδεξαμενή) και όπως είναι φυσικό δεν έχει κάποιο άνοιγμα περιμετρικά.
Η υπερυψωμένη είσοδος του πύργου βρίσκεται στο δεύτερο επίπεδο, στους τοίχους του οποίου έχουν ανοιχτεί δυο τοξοθυρίδες. Το δεύτερο επίπεδο επικοινωνούσε με το τρίτο, το μεσοπάτωμα, μέσω κινητής κλίμακας και καταπακτής που ανοιγόταν στην ξύλινη οροφή του δεύτερου επιπέδου. Η δυτική και ανατολική πλευρά του μεσοπατώματος φέρουν από ένα τυφλό αψίδωμα. Στο επίπεδο αυτό έχουν ανοιχτεί δυο τοξοθυρίδες.
Η επικοινωνία με το τελευταίο επίπεδο (τον κύριο χώρο διαμονής του πύργου) γινόταν με κινητή ξύλινη σκάλα μέσω καταπακτής που ανοιγόταν στην ξύλινη οροφή του μεσοπατώματος. Το τελευταίο επίπεδο διέθετε θολωτή οροφή και οι τοίχοι του τέσσερα ανοίγματα. Κλίμακα μέσω καταπακτής οδηγούσε στο δώμα του πύργου. Η απόληξη των τοίχων του πύργου διαμορφώνονταν σε επάλξεις, ενώ η τοιχοποιία του συνίσταται από αργούς λίθους και τμήματα κεράμων.
Θρύλοι και Παραδόσεις
Στους μεσαιωνικούς χρόνους ανάγεται ο θρύλος για την «Νεράιδα του κάστρου» την όμορφη κόρη του Ενετού (;) καστελάνου ιππότη Ζυλ ντε Κούγκελ, του επονομαζομένου και «Κόντε Σαβόγια». Στους Τσάκωνες κατοίκους της περιοχής ο κόμης ήταν μισητός, αλλά δεν ίσχυε το ίδιο για την κόρη του, ενώ, στην πραγματικότητα, αυτή ήταν που έδινε τις διαταγές για τις σκληρές ποινές που αυτός επέβαλε.
Ένας νέος Τσάκωνας βοσκός, που έπαιζε πολύ όμορφα φλογέρα, στην προσπάθειά του να δει την όμορφη κόρη, πιάστηκε αιχμάλωτος και φυλακίστηκε στο κάστρο. Κάποια στιγμή, ο πατέρας της επέτρεψε να πάρει όποιον από τους φυλακισμένους ήθελε και να του επιβάλει όποια ποινή αυτή σκεφτεί. Η ίδια αποφάσισε να κατέβει στις φυλακές και να τιμωρήσει όποιον από τους φυλακισμένους θα μιλούσε πρώτος. Εκεί όμως στην φυλακή, αντί για βογγητά και φωνές, άκουσε τους γλυκούς ήχους μιας φλογέρας. «Ποιος είναι αυτός με την τόσο όμορφη μουσική;» ρώτησε. «Ο βοσκός με την φλογέρα» της απάντησαν. Ανοίγοντας την πόρτα της φυλακής για να τον δει η κόρη, ακούει μία φωνή «Ας πεθάνω τώρα, Θεέ μου». Ήταν ο νεαρός βοσκός με την φλογέρα. «Γιατί θέλεις να πεθάνεις;» τον ρώτησε. «Γιατί εγώ ήθελα να δω έστω και μία φορά την Νεράιδα του κάστρου κι ας πέθαινα», της απάντησε αυτός.
Κολακεύτηκε η σκληρή κόρη, μαλάκωσε η καρδιά της, τον έβαλε να παίζει γι’ αυτή με την φλογέρα του και παραβαίνοντας μόνη φορά αυτό που είχε υποσχεθεί στον πατέρα της, είπε στον νεαρό βοσκό: «Είσαι ελεύθερος να φύγεις… και για να με θυμάσαι, θα σου κάνω ένα δώρο». Διέταξε να του κόψουν τα δάκτυλα και να του βάλουν άλλα, χρυσά, αφού τόσο όμορφη μουσική έπαιζε με αυτά!
(Σαραντάκης 2006, 149; Βαγενάς Θ., «Τα δάχτυλα του βοσκού»,
Χρονικά του Μορηά, τ. Β΄. 1953, 78-80)
Πρώτη δημοσίευση στον Καστρολόγο: | Νοέμβριος 2012 |
Τα δικά σας σχόλια:
Δεν υπάρχουν σχόλια
Στείλτε σχόλιο, παρατήρηση, πληροφορία:
Η απευθείας υποβολή σχολίων μέσα από την ιστοσελίδα έχει απενεργοποιηθεί. Αν θέλετε να στείλετε κάποιο σχόλιο, χρησιμοποιήστε τη φόρμα επικοινωνίας.
Αν το επιθυμείτε, το μήνυμα που θα στείλετε με αυτόν τον τρόπο θα δημοσιευθεί στα σχόλια αυτής της σελίδας.
|
Πρόσβαση |
---|
Διαδρομή προς το μνημείο |
- |
Είσοδος: |
Όπως στους περισσότερους απομονωμένους και παραμελημένους πύργους, η πρόσβαση στον περιβάλλοντα χώρο είναι ελεύθερη αλλά η είσοδος στο εσωτερικό δεν είναι δυνατή. |