Λαμία, Δήμος Λαμιέων, Νομός Φθιώτιδας,Στερεά Ελλάδα
Κάστρο Λαμίας
Τοποθεσία: |
Λαμία |
Περιφέρεια > Νομός: | |
Στερεά Ελλάδα Ν.Φθιώτιδας | |
Δήμος > Πόλη ή Χωριό: | |
Δ.Λαμιέων • Λαμία | |
Υψόμετρο: | |
Υψόμετρο ≈ 180 m (Σχετικό ϋψος ≈150 m) |
Χρόνος Κατασκευής | Προέλευση | |
5ος μ.Χ. αιών | ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ |
|
Τύπος Κάστρου | Κατάσταση | |
Κάστρο |
Μετρια
|
Μεσαιωνικό κάστρο με μακραίωνη ιστορία. Δεσπόζει στο ψηλότερο σημείο της πόλης σε έναν βραχώδη λόφο, με πανοραμική θέα στην κοιλάδα του Σπερχειού, τις κορυφές της Οίτης, του Καλλιδρόμου, της μυθικής Όθρυος, του Παρνασσού, της Γκιώνας και του Μαλιακού Κόλπου.
Στην καλοδιατηρημένη τοιχοποιία του είναι αποτυπωμένη η ιστορική συνέχεια από τον 5ο αιώνα π.Χ. μέχρι το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Μέσα στον χώρο του κάστρου εδρεύει το Αρχαιολογικό Μουσείο της Λαμίας, η ΙΔΑ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων και συνεδριακό κέντρο.
Ιστορία
Η Λαμία είναι χτισμένη σε στρατηγική θέση, στις νότιες παρυφές του όρους Όρθρυς. Η περιοχή κατοικούνταν τουλάχιστον από την εποχή του Χαλκού (2800-1100 π.Χ.). Σημαντική άνθιση πρέπει να γνώρισε από το 413 π.Χ. Ήδη από τα τέλη του 5ου αι. π.Χ. ήταν οχυρωμένη. Κατάλοιπα εκείνης της οχύρωσης σώζονται στην ακρόπολη και μέσα στη σημερινή πόλη. Ωστόσο η αρχαιότερη γραπτή μαρτυρία για την οχύρωση της Λαμίας προέρχεται από το Διόδωρο τον Σικελιώτη (1ος αι. π.Χ.). Ο σκοπός της οχύρωσης ήταν η επιτήρηση της κοιλάδας του Σπερχειού, της παραλιακής οδού και του στενού περάσματος που οδηγεί στη Θεσσαλία.
Η πόλη μετά τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. ήταν υπό την κυριαρχία του Φιλίππου Β΄. Το 302 π.Χ. απελευθερώθηκε από τον Δημήτριο τον Πολιορκητή και μέχρι την κατάληψή της από τους Ρωμαίους παρέμεινε κάτω από την επιρροή των Θεσσαλών και των Αιτωλών.
Κατά τους σκοτεινούς Βυζαντινούς αιώνες (7ο, 8ο μ.Χ.) η Λαμία δεν εμφανίζεται στις ιστορικές πηγές. Ήταν η εποχή που η ηπειρωτική Ελλάδα είχε κατακλυστεί από Σλάβους. Από τον 9ο αιώνα (869-870 μ.Χ.) η πόλη εμφανίζεται στις πηγές ως Ζητούνι.
Το 1204 πέρασε στα χέρια των Φράγκων. Ο «βασιλέας» Θεσσαλονίκης Βονιφάτιος Μομφερατικός ίδρυσε εκεί τη Βαρονία του Ζητουνίου την οποία έδωσε στους Ιππότες του τάγματος του Ναού (στους περιβόητους Ναΐτες). Οι Ναΐτες ήταν εκείνοι που ξεκίνησαν την ανακατασκευή του κάστρου στο Ζητούνι. Η οχύρωση της ακρόπολης αναφέρεται για πρώτη φορά ως Κάστρο σε μια επιστολή του Πάπα Ιννοκέντιου Γ΄ στις αρχές του 13ου αι.
Οι Ναΐτες αναγκάστηκαν να φύγουν απ΄τη Λαμία το 1207 επειδή στον μικρό εμφύλιο που ξέσπασε μεταξύ των Φράγκων πήραν το μέρος των Λομβραδών της Θεσσαλονίκης εναντίον του Ερρίκου της Φλάνδρας, του Λατίνου αυτοκράτορα Κωνσταντινουπόλεως. Έτσι για 10 περίπου χρόνια η Λαμία έγινε αυτοκρατορική κτήση υπαγόμενη απευθείας στην Κ/πολη.
Στα 1218 το κάστρο το κατέλαβαν οι δυνάμεις του Δεσποτάτου της Ηπείρου υπό τον Κωνσταντίνο Κομνηνό Δούκα, κυβερνήτη της Ναυπάκτου και αδερφό του Δεσπότη της Ηπείρου Θεόδωρου Α΄ Κομνηνού Δούκα.
Από το 1264 η Λαμία γίνεται μέρος του ημιανεξάρτητου κρατιδίου της Θεσσαλίας (ή της «Μεγάλης Βλαχίας») ηγεμόνας του οποίου ήταν ο Ιωάννης Α΄ Δούκας νόθος γιος του εκλιπόντος Δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄, με έδρα την Υπάτη («Νέαι Πάτραι»).
Το 1275 Ο Ιωάννης Α΄ κάνει κινήσεις απεξάρτησης από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία στην οποία ήταν τυπικά υποτελής έχοντας τον τίτλο του Σεβαστοκράτορα, αλλά αυτό τον φέρνει σε σύγκρουση με τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο, ο οποίος στέλνει εναντίον του στρατό και τον πολιορκεί στη Θήβα.
Ο Ιωάννης κατορθώνει να ξεφύγει από την πολιορκημενη Θήβα και ζητά τη βοήθεια του Δούκα των Αθηνών Ιωάννη Δελαρός (Jean de La Roche ), ο οποίος ανταποκρίνεται και μαζί απωθούν τις δυνάμεις των Βυζαντινών (που αποτελούνταν κυρίως από Κουμάνους και Τούρκους μισθοφόρους).
Για να επισφραγιστεί αυτή η νέα συμμαχία, ο Ιωάννης Α' πάντρεψε τη φημισμένη για την ομορφιά της κόρη του Ελένη Αγγελίνα Κομνηνή με τον αδελφό τού Δούκα των Αθηνών, Γουλιέλμο ντε Λα Ρος δίνοντας για προίκα τέσσερα κάστρα, ένα εκ των οποίων ήταν το κάστρο της Λαμίας.
Έτσι από το 1275 το Ζητούνι γίνεται μέρος της επικράτειας του Φράγκικου Δουκάτου των Αθηνών, το οποίο μετά από εκείνες τις εξελίξεις έφτασε στο απόγειο της δύναμής του. Ο Γουλιέλμος ντε Λα Ρος διαδέχθηκε αργότερα τον αδερφό του και έγινε ο ίδιος Δούκας των Αθηνών και «Μεγάλος Κύρης».
Το 1285 ο Γουλιέλμος πέθανε και τον διαδέχθηκε ο γιος του Γουίδων ή Γκυ Β’ Ντελαρός, ο οποίος επειδή ήταν ανήλικος ενθρονίστηκε πολύ αργότερα, το 1294. Ανάδοχος στην ενθρόνιση του νέου Δούκα ήταν ο Λομβαρδός άρχοντας της Καρύστου Βονιφάτιος της Βερόνας (Bonifacio da Verona) τον οποίο ο Γκυ Β’ αντάμειψε με πλούσια δώρα και του παραχώρησε 13 κάστρα μεταξύ των οποίων και τη Λαμία.
Το Δουκάτο των Αθηνών κατελήφθη το 1311, μετά τη μάχη του Κηφισού (Αλμυρού), από τους μισθοφόρους της Καταλανικής Εταιρείας. Το Ζητούνι παρέμεινε έδαφος του Δουκάτου των Αθηνών που ήταν πλέον καταλανικό, αλλά ο Βονιφάτιος της Βερόνας, τον οποίο οι Καταλανοί σέβονταν, εξακολούθησε να είναι κύριος της Λαμίας και του κάστρου της.
Το 1317, ο αραγωνέζος Αλφόνσος Φαντρίκ ή Φαδρίγος (don Alfonso Fadrique de Aragon) έγινε βικάριος (δηλ. εκπρόσωπος του Δούκα που έδρευε στη Σικελία) του Δουκάτου των Αθηνών και σχεδόν αμέσως παντρεύτηκε τη Μαρούλα, κόρη του Βονιφατίου της Βερόνας παίρνοντας προίκα όλα τα κάστρα του πατέρα της.
Έτσι από το 1317 η Λαμία/Ζητούνι ανήκε στην οικογένεια των Φαντρίκ (που είχαν και την Άμφισσα/Σάλωνα). Το 1340 τον διαδέχθηκε ο γιος του Πέτρος Φαντρίκ. Το 1367 η Λαμία κατέληξε στον εγγονό του Αλφόνσου, τον Λουδοβίκο Φαντρίκ. Το 1382 ο Λουδοβίκος πέθανε και τον κληρονόμησε η ανήλικη κόρη του Μαρία υπό την επιτροπεία της μητέρας της, της «Αρχόντισσας των Σαλώνων» Ελένης Καντακουζηνής.
Το 1385 οι Καταλανοί έχασαν τον έλεγχο του Δουκάτου των Αθηνών, όπου κυριάρχησε ο φλωρεντίνος Νέριο Ατζαγιόλι, ο οποίος σιγά σιγά πήρε όλα τα κάστρα των Καταλανών και το 1391 πήρε και το κάστρο της Λαμίας. Αυτό ήταν το τέλος της Καταλανικής περιόδου της πόλης (1317-1391).
Το 1393 η Λαμία κατελήφθη από τον σουλτάνο Βαγιαζήτ Α’. Η πόλη παραδόθηκε αμαχητί από τον επίσκοπο. Οι Τούρκοι λεηλάτησαν και έκαψαν, αλλά μετά αποχώρησαν. Η Λαμία παρέμεινε χαλαρά υπό την επικυριαρχία τους για 10 περίπου χρόνια. Ήταν μια εποχή με κενό εξουσίας καθώς οι Τούρκοι δεν ενδιαφέρονταν ακόμα να προσαρτήσουν με συστηματικό τρόπο νέα εδάφη, ενώ οι παραδοσιακές δυνάμεις της περιοχής (Δουκάτο, Μυστράς, Αχαΐα, Ήπειρος, Βυζάντιο) βρίσκονταν υπό διάλυση και προσπαθούσαν να επιβιώσουν αποφεύγοντας να προκαλούν τους Τούρκους.
Το 1403, με τη Συνθήκη της Καλλίπολης, η Λαμία πέρασε μετά από πολύ καιρό στους Βυζαντινούς. Τον επόμενο χρόνο ο Δεσπότης του Μυστρά Θεόδωρος Α’ Παλαιολόγος την παραχώρησε στους Ιππότες του τάγματος του Αγίου Ιωάννη (της Ρόδου) μαζί με τα Σάλωνα. Όμως αυτή η συναλλαγή δεν ευδοκίμησε, καθώς οι Ιωαννίτες εκδιώχθηκαν κακήν κακώς από τα Σάλωνα και μάλλον δεν πάτησαν ποτέ το πόδι τους στη Λαμία.
Το 1423 οι Τούρκοι κάνουν νέα εκστρατεία στην Ελλάδα. Ο Τουραχάν μπέης (ή Τουραχάνης ή Τουραχάμπεης) κατακτά οριστικά τη Θεσσαλία και μέρος της Στερεάς Ελλάδας χωρίς να συναντήσει μεγάλη αντίσταση. Η Λαμία είναι από τις λίγες πόλεις που αντιστέκεται στους Τούρκους και δεν καταλαμβάνεται παρόλο που πολιορκείται. Την επιτυχία πιστώνεται ο Βυζαντινός κυβερνήτης Στραβομύτης Καντακουζηνός.
Σε συνθήκη που θα κάνει το 1424 ο αυτοκράτορας Ιωάννης Η’ Παλαιολόγος με τον σουλτάνο, αναγκάζεται να δηλώσει υποτελής των Οθωμανών και παραχωρεί πολλές πόλεις, αλλά κρατά το Ζητούνι, που θα παραμείνει βυζαντινή πόλη (από τις τελευταίες) για 23 χρόνια.
Οι Τούρκοι θα εκπορθήσουν τελικά τη Λαμία το 1446 με επικεφαλής τον Ομέρ ή Αμάρμπεη, γιο του Τουραχάν μπέη (που είχε αποτύχει να πάρει την πόλη το 1423).
Επί Τουρκοκρατίας η Λαμία απέκτησε μεγαλύτερη σπουδαιότητα από άλλα κάστρα που κατά τον Μεσαίωνα ήταν πιο σημαντικά (όπως της Άμφισσας, της Υπάτης, της Μενδενίτσας κ.λπ.)
Στην επανάσταση του ‘21 το κάστρο δεν διαδραμάτισε κάποιο ρόλο. Η Λαμία και το κάστρο της απελευθερώθηκαν το 1832-33 με την ίδρυση του νέου Ελληνικού Κράτους. Από το 1884 μέχρι και το Β΄ Παγκόσμιο Πολέμο το Κάστρο χρησιμοποιήθηκε ως στρατώνας. Το 1973 ο χώρος παραδόθηκε από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας στο Υπουργείο Πολιτισμού και το 1984 ο Δήμος της Λαμίας ανέλαβε την ανάπλασή του και την επισκευή του στρατώνα, με σκοπό τη στέγαση εκεί του Αρχαιολογικού Μουσείου της πόλης.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Το οχυρωματικό σύστημα της Λαμίας αποτελούνταν από δυο ζώνες, την ακρόπολη και το τείχος της κάτω πόλης.
Ο σωζόμενος οχυρωματικός περίβολος έχει κάτοψη τριγωνική και σώζεται σε καλή κατάσταση λόγω των συνεχών επισκευών. Η περίμετρός του φτάνει τα 600μ. και το ύψος του ποικίλει φτάνοντας στη ΒΔ γωνία τα 13 μέτρα. Το πάχος της τοιχοποιίας είναι κατά μέσο όρο 1,35μ. και απολήγει σε οδοντωτές επάλξεις.
Το κάστρο έχει δυο πύλες, μία στα ΝΑ, τη λεγόμενη και Σιδηρά πύλη, μέσω της οποίας επικοινωνούσε με την κάτω πόλη και μία στα ΒΑ που οδηγούσε προς την Όρθρυ. Ενισχυτικοί πύργοι υψώνονται κοντά στις πύλες, στις γωνίες του τείχους και σε όλα τα ασθενή για την άμυνα σημεία.
Εσωτερικά ο χώρος διαιρούνταν με δυο εγκάρσιους τοίχους σε τρία μέρη. Το βόρειο τμήμα (ακροπύργιο) βρίσκεται ψηλότερα και χρησίμευε ως το έσχατο καταφύγιο των υπερασπιστών του Κάστρου. Το πλάτωμα της ΝΔ γωνίας χρησίμευε κατά τον Μεσαίωνα ως προμαχώνας και διέθετε δεξαμενή. Στην ίδια θέση διατηρούνται λείψανα τζαμιού. Την εποχή του Όθωνα ανεγέρθηκε στο κέντρο του μεσαίου πλατώματος ένα διώροφο ορθογώνιο κτήριο που αποτελούσε στρατώνα ως τις αρχές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο οχυρωματικός περίβολος παρουσιάζει αρκετές οικοδομικές φάσεις. Το αρχαιότερο τμήμα πολυγωνικού συστήματος, που χρονολογείται στον 5ο αι. π.Χ., βρίσκεται στη ΒΔ γωνία της δυτικής πλευράς. Στη βάση του ΒΔ πύργου παρατηρείται ισόδομο τραπεζιόσχημο σύστημα δόμησης που μπορεί να χρονολογηθεί από τα τέλη του 5ου ως τις αρχές του 4ου αι. π.Χ. Ισόδομο ορθογώνιο σύστημα εντοπίζεται σε αρκετά άλλα σημεία της βάσης του τείχους.
Παραμένει αβέβαιο αν υπήρξε κάποια ανακαίνιση του τείχους στην εποχή του Ιουστινιανού (όταν επισκευάστηκαν σχεδόν όλα τα κάστρα στην αυτοκρατορία). Τα τμήματα αργολιθοδομής με ενδιάμεση χρήση συνδετικού κονιάματος και κεραμιδιών ανήκουν σε επισκευές πιθανόν των βυζαντινών χρόνων, αλλά επίσης των Φράγκων και των Καταλανών.
Νέες συμπληρώσεις και επισκευές πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Την ίδια εποχή διαμορφώθηκαν και οι πύλες. Οι προσθήκες της Τουρκοκρατίας διακρίνονται από την άφθονη χρήση ασβεστοκονιάματος ως συνδετικού υλικού.
Πρώτη δημοσίευση στον Καστρολόγο: | Αύγουστος 2012 | Τελευταία ενημέρωση κειμένου/πληροφοριών: | Ιούνιος 2022 |
Πηγές
- Ιστοσελίδα - www.ancientgreece.gr (Η σελίδα έχει καταργηθεί)
- Παύλος Λαζαρίδης, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ, τεύχος 16 (1960), σελ.161-162
- ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ, τεύχος 54 (1999), σελ.353-355
Τα δικά σας σχόλια:
Δεν υπάρχουν σχόλια
Στείλτε σχόλιο, παρατήρηση, πληροφορία:
Η απευθείας υποβολή σχολίων μέσα από την ιστοσελίδα έχει απενεργοποιηθεί. Αν θέλετε να στείλετε κάποιο σχόλιο, χρησιμοποιήστε τη φόρμα επικοινωνίας.
Αν το επιθυμείτε, το μήνυμα που θα στείλετε με αυτόν τον τρόπο θα δημοσιευθεί στα σχόλια αυτής της σελίδας.
My "other" sites: | |
---|---|
byzantium.gr |
gnomikologikon.gr |
geogreece.gr |
best-quotations.com |
|
Πρόσβαση |
---|
Διαδρομή προς το μνημείο |
Το κάστρο είναι εύκολα προσβάσιμο από την πόλη της Λαμίας. |
Είσοδος: |
Είσοδος ελεύθερη. Ωράριο περιορισμένο. |
Χρονολόγιο |
---|
|
Γειτονικά Κάστρα |
---|
Κάστρο Μενδενίτσας |
Στρογγυλόκαστρο Δομοκού |
Κάστρο Υπάτης |