Καστρολογοσ

Κάστρα της Ελλάδας
 

Σάμη, Δήμος Σάμης, Νομός Κεφαλληνίας,Ιόνιοι Νήσοι

Μονή Αγίων Φανέντων

  
★ ★ ★ ★ ★
 <  380 / 1119  > 
  • Φωτογραφιες
  • Δορυφορικη
  •   Χαρτης  
  •  Απεικόνιση 


Τοποθεσία:
Στην ακρόπολη της αρχαίας Σάμης, στα υψώματα ΝΑ από τη σύγχρονη Σάμη στην Κεφαλονιά
Περιφέρεια > Νομός: Greek Map
Ιόνιοι Νήσοι
Ν.Κεφαλληνίας
Δήμος > Πόλη ή Χωριό:
Δ.Σάμης
• Σάμη
Υψόμετρο:
Υψόμετρο ≈ 232 m 
Χρόνος Κατασκευής  Προέλευση
ίσως 12ος αι.  
ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ
H 
Τύπος Κάστρου  Κατάσταση
Καστρομοναστήρι  
Μαλλον Κακη
 
 
 
 
 
 
 

Ερειπωμένο καστρομονάστηρο χτισμένο στην ακρόπολη της αρχαίας Σάμης στην Κεφαλλονιά, σε ύψωμα πάνω από τη σύγχρονη Σάμη προς τα νοτιοανατολικά.

Η μονή έχει φρουριακό χαρακτήρα. Στην οχύρωσή της ενσωματώθηκε μεγάλο μέρος των αρχαίων τειχών.


Ιστορία

Τα ερείπια της μονής των Αγίων Φανέντων βρίσκονται στην ακρόπολη της αρχαίας Σάμης. Η ακρόπολη που απλωνόταν σε δύο λόφους είχε μεγάλη έκταση και ισχυρή οχύρωση. Σε έναν από αυτούς τους λόφους, τον νότιο, που στην αρχαιότητα ονομαζόταν Κύατις, χτίστηκε η μονή.
Η χρονολογία ίδρυσης της μονής δεν είναι ακριβώς γνωστή, αλλά είναι σίγουρο πως η αρχική μονή ιδρύθηκε κατά τη Μεσοβυζαντινή Περίοδο.

Οι Άγιοι Φανέντες ήταν τρεις Ρωμαίοι στρατιωτικοί: οι Θεόδωρος, Γρηγόριος και Λέων, οι οποίοι κατάγονταν από τις ανατολικές επαρχίες της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και ήταν Χριστιανοί (σε μια περίοδο, τον 4ο αι. μ.Χ., που ο Χριστιανισμός είχε πλέον μεγάλη διάδοση, αλλά δεν είχε επικρατήσει πλήρως).
Κατά την περίοδο βασιλείας τού αυτοκράτορα Κωνστάντιου Β’ ( 337-361 μ.Χ.) οι τρεις αποφάσισαν να αποσυρθούν από τον στρατό και να μονάσουν σε ερημητήριο πάνω από τη Σάμη.
Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, η απόφαση των τριών να φύγουν από τον στρατό και να μην επιστρέψουν στην Ανατολή οφείλεται στο γεγονός ότι ο Κωνστάντιος Β’ ήταν οπαδός της αίρεσης του Αρείου και προωθούσε ενεργά τον Αρειανισμό. Έτσι για να αποφύγουν οποιαδήποτε σχέση με τους αιρετικούς προτίμησαν να μείνουν στην Κεφαλλονιά που ήταν εκτός δικαιοδοσίας του Κωνστάντιου (το νησί υπαγόταν στον αδερφό του και αυτοκράτορα της Δύσης Κώνστα).

Fanentes
Η εικόνα των Αγίων Φανέντων στην εκκλησία Κοιμήσεως Θεοτόκου στη Σάμη

Οι τρεις μοναχοί θα είχαν ξεχαστεί, αλλά κάποια στιγμή, πολλά χρόνια μετά τον θάνατό τους, έγινε ένα θαύμα:
Ένας πλούσιος Κεφαλλονίτης ονόματι Μιχαήλ που έπασχε από μια μορφή λέπρας είδε κάποιο βράδυ στον ύπνο του τρεις αγγελικές μορφές που του είπαν ότι θα θεραπευτεί μόνο, εάν βρει τα άταφα σώματά τους. Όταν ο Μιχαήλ ξύπνησε, δεν γνώριζε πού θα έπρεπε να ψάξει. Συνάντησε όμως έναν χοιροβοσκό, ο οποίος του διηγήθηκε, ότι ψάχνοντας να βρει έναν χοίρο, που είχε απομακρυνθεί από το κοπάδι, μπήκε σ’ ένα δάσος και ανακάλυψε σε μια σπηλιά τρία άταφα και άφθαρτα σώματα, από τα οποία αναδίδονταν μια ευωδία. Ο Μιχαήλ κατάλαβε, ότι πρόκειται για τους τρεις Αγίους, που είχε δει στον ύπνο του και με οδηγό τον βοσκό πήγε στο δάσος, όπου βρίσκονταν τα τρία ιερά λείψανα μέσα σε ένα λαμπρό φως. Εκεί προσευχήθηκε και η αρρώστια του θεραπεύτηκε.
Εννοείται πως αυτό το θαύμα έγινε γνωστό αμέσως σε όλο το νησί, ενώ ο Μιχαήλ ανήγειρε εκκλησία στον τόπο που βρέθηκαν τα λείψανα. Το μέρος πολύ σύντομα εξελίχθηκε σε δημοφιλές προσκύνημα. Οι τρεις Άγιοι ονομάστηκαν «Φανέντες» επειδή φανερώθηκαν με αυτόν τον θαυματουργό τρόπο.

Η πρώτη αναφορά που έχουμε για την ύπαρξη της μονής είναι από λατινικό συναξάριο του 1264 (από το 1185 μέχρι τα μέσα του 15ου αιώνα η Κεφαλλονιά ανήκε στο βασίλειο της Σικελίας). Υπάρχουν δύο λατινικά συναξάρια από Ιταλούς κληρικούς του Μεσαίωνα από τα οποία έγιναν γνωστά τα ονόματα των Αγίων καθώς και το θαύμα με τον θεραπευθέντα λεπρό Μιχαήλ χάρη στο οποίο αγιοποιήθηκαν.

Κάποια στιγμή τα σκηνώματα των 3 αγίων μεταφέρθηκαν από τους Ενετούς στη Βενετία. Δεν γνωρίζουμε πότε έγινε αυτό ακριβώς, αλλά το πιο πιθανό είναι να συνέβη προς το τέλος του 15ου αιώνα, όταν είχε εγκαταλειφθεί το μοναστήρι και επιπλέον η Κεφαλλονιά κινδύνευσε να πέσει στα χέρια των Οθωμανών. Η Κεφαλλονιά ανήκε στη Βενετία από το 1500 μέχρι το 1797 αλλά θα πρέπει να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο η αρπαγή των λειψάνων να έγινε μέσα σε αυτήν την ενετική περίοδο.

Για χρόνια πίστευαν πως τα λείψανα χάθηκαν σε κάποιο ναυάγιο, αλλά εντοπίστηκαν από Κεφαλλονίτες ιερείς, πριν από μερικές δεκαετίες, στον ναό του Προφήτη Ζαχαρία της Βενετίας. Μετά από ταυτοποίηση των σκηνωμάτων (με τη βοήθεια Ιταλού ιατροδικαστή!) η Ρωμαιοκαθολική Αρχιεπισκοπή της Βενετίας (Patriarcato di Venezia) συμφώνησε για να επιστρέψει μέρος των σκηνωμάτων. Η επανακομιδή των ιερών λειψάνων στην Κεφαλλονιά ολοκληρώθηκε το 2009.

Η μονή ιδρύθηκε λοιπόν σίγουρα πριν από το 1264, ίσως τον 12ο αιώνα ή και πολύ νωρίτερα. Προς το τέλος του 15ου αιώνα πρέπει να ερήμωσε αλλά μετά το 1500 επαναλειτούργησε.

Κατά τον 17ο αιώνα η μονή αναστηλώθηκε. Αυτό έγινε, σύμφωνα με εντοιχισμένη επιγραφή, το 1633 επί των ημερών του ηγουμένου Σεραφείμ Ζερβού. Τα ερείπια που βλέπουμε σήμερα εντός της μονής είναι κατάλοιπα των κτισμάτων εκείνης της περιόδου. Το καθολικό ανακαινίσθηκε επίσης εκείνη την εποχή όπως επιβεβαιώνεται και από την ημερομηνία 1654 που αναγράφεται στην παλαιά εικόνα των Αγίων Φανέντων που σώθηκε από το τέμπλο του καθολικού της μονής.
Ακολούθησε μια περίοδος πλούτου και ακμής της μονής, η οποία κατά τον 17ο-18ο αιώνα κατείχε μεγάλες εκτάσεις και 5 μετόχια στο νησί. Σε αυτήν ανήκε επίσης ο ναός της «Παναγίας στο Λουτρό» (ο σημερινός ενοριακός ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου) στη Σάμη.

Η παρακμή άρχισε τον 19ο αιώνα, μετά το 1805, όταν η Βρετανική διοίκηση των Επτανήσων επέβαλε περιορισμούς στη λειτουργία των μοναστηριών. Έτσι, η μονή των Αγίων Φανέντων σιγά σιγά εγκαταλείφθηκε. Η χαριστική βολή ήρθε το 1953 όταν ο μεγάλος σεισμός της Κεφαλλονιάς γκρέμισε ό,τι είχε απομείνει.

Πολύ αργότερα κατασκευάστηκε δίπλα στο παλιό καθολικό ένα σύγχρονο εκκλησάκι αφιερωμένο στους Αγίους Πάντες.


Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία

Το συγκρότημα της Μονής των Αγίων Φανέντων βρισκόταν σε έκταση 2 στρεμμάτων περίπου, εντός οχυρωματικού περιβόλου με περίμετρο 175 μέτρα.

Η διαμόρφωση στο εσωτερικό ακολουθεί την τυπική διάταξη ενός βυζαντινού μοναστηριού με τα κελλιά των μοναχών κατά μήκος της περιμέτρου και το καθολικό στο κέντρο. Για την κατασκευή έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως οικοδομικό υλικό από την αρχαία ακρόπολη, ενώ μεγάλα τμήματα της αρχαίας οχύρωσης έχουν ενσωματωθεί στη νεώτερη οχύρωση.
Στο εσωτερικό δεσπόζει η βάση ενός ογκώδους αρχαίου πύργου (φωτ.2) με διαστάσεις βάσης 8,5✖10,5μ. περίπου, στον οποίο κατά την εποχή ακμής του μοναστηριού είχαν προστεθεί δύο τουλάχιστον όροφοι και στέγη με κεραμίδια (βλ. και ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ, πιο πάνω).


Παράλληλες Ιστορίες

Είναι ενδιαφέρον ότι στη Σάμη μετά τον 2ο αιώνα μ.Χ. ιδρύθηκε η ιδιαίτερη λατρεία ενός τοπικού θεού, του Επιφάνη. Όπως αναφέρει ο πατέρας της Εκκλησίας Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ο Επιφάνης ήταν γνωστικός φιλόσοφος, ο οποίος συνέγραψε το έργο «Περί Δικαιοσύνης» (που είναι το παλαιότερο σωζόμενο γνωστικό σύγγραμα).
Ο Επιφάνης πέθανε πολύ νέος, 17 ετών, στη Σάμη και μετά τον θάνατό του θεοποιήθηκε. Υπήρχε μάλιστα ιερό αφιερωμένο στη λατρεία του στη Σάμη που μάλλον ήταν και αυτό στην αρχαία ακρόπολη και πολύ πιθανόν στη θέση που χτίσθηκε αργότερα η Μονή των Αγίων Φανέντων. (Εξάλλου ήταν συνήθης πρακτική η οικοδόμηση χριστιανικών ναών στη θέση αρχαίων ιερών).
Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η ομοιότητα του ονόματος «Επιφάνης» με το περίεργο «Φανέντες» σε σχέση με την ίδια τοποθεσία ίσως δεν είναι συμπτωματική.
Αυτό δεν φαίνεται και πολύ παράλογο. Άλλωστε πολλές χριστιανικές παραδόσεις έχουν τις ρίζες τους σε παλαιότερες δοξασίες. Πάντως δεν υπάρχει καμιά απόδειξη για αυτόν τον συσχετισμό.


Πρώτη δημοσίευση στον Καστρολόγο:    Ιούνιος 2024



Τα δικά σας σχόλια:

Δεν υπάρχουν σχόλια


Στείλτε σχόλιο, παρατήρηση, πληροφορία:

Η απευθείας υποβολή σχολίων μέσα από την ιστοσελίδα έχει απενεργοποιηθεί. Αν θέλετε να στείλετε κάποιο σχόλιο, χρησιμοποιήστε τη φόρμα επικοινωνίας.

Αν το επιθυμείτε, το μήνυμα που θα στείλετε με αυτόν τον τρόπο θα δημοσιευθεί στα σχόλια αυτής της σελίδας.