Καστρολογοσ

Κάστρα της Ελλάδας
 

Άργος, Δήμος Άργους-Μυκηνών, Νομός Αργολίδας,Πελοπόννησος

Κάστρο Άργους

ή Κάστρο Λάρισα  
★ ★ ★ ★ ★
 <  112 / 1139  > 
  • Φωτογραφιες
  • Δορυφορικη
  •   Χαρτης  
  •  Κατοψη 
  •  Απεικόνιση 
  •   Βιντεο  


Τοποθεσία:
Σε ύψωμα πάνω από την πόλη του Άργους
Περιφέρεια > Νομός: Greek Map
Πελοπόννησος
Ν.Αργολίδας
Δήμος > Πόλη ή Χωριό:
Δ.Άργους-Μυκηνών
• Άργος
Υψόμετρο:
Υψόμετρο ≈ 287 m 
(Σχετικό ϋψος ≈40 m)
Χρόνος Κατασκευής  Προέλευση
Διάφορες περίοδοι  
ΕΝΕΤΙΚΟ
H 
Τύπος Κάστρου  Κατάσταση
Κάστρο  
Μετρια
 
 
 
 
 
 
 

Ένα από τα παλαιότερα και πιο ιστορικά κάστρα στην Ελλάδα. Η τοποθεσία είχε οχυρωθεί ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους. Η οριστική διαμόρφωση του κάστρου έγινε από τους Ενετούς.


Τοποθεσία & Στρατηγική Σημασία

Βόρεια από το Άργος, εκεί που τελειώνει η πόλη, υπάρχουν δύο λόφοι. Δεξιά, προς τα ΒΑ, είναι ο λόφος της Ασπίδος και στα ΒΔ, ο πιο ψηλός από τους δύο (287 μ.), είναι ο λόφος της Λάρισας όπου βρίσκεται το κάστρο. Και στο λόφο της Ασπίδος υπήρχε αρχαίο κάστρο που δεν σώζεται. Τα δύο κάστρα ενώνονταν με τείχη για την προστασία της πόλης του Άργους κατά την αρχαιότητα.


Το Όνομα του Κάστρου

Το κάστρο λέγεται Κάστρο του Άργους ή κάστρο της Λάρισας. Οι πρώτοι που εποίκισαν το Άργος ήταν οι Πελασγοί και οι ονομασίες είναι πελασγικές. «Άργος» σημαίνει κάμπος και «Λάρισα» σημαίνει ακρόπολη.


Ιστορία

Το κάστρο υπήρχε από τους προϊστορικούς χρόνους.
Η βάση του σε ορισμένα σημεία έχει ογκόλιθους, που μας θυμίζουν τα κυκλώπεια τείχη της Μυκηναϊκής Περιόδου. Τον 5ο και 6ο αι. π.Χ. οι Αργείοι επισκεύασαν και συμπλήρωσαν το τείχος, ακολουθώντας την παλαιότερη χάραξη. Σημαντικά τμήματα της εποχής εκείνης σώζονται στο βόρειο και στο δυτικό τμήμα.

Το Άργος παρέμεινε σημαντική πόλη και κατά την Πρωτοβυζαντινή Περίοδο. Συμπεριλαμβάνεται στον Συνέκδημο του Ιεροκλέους (6ος αι. μ.Χ.) όπου καταγράφονται όλες οι πόλεις της Βυζαντινής επικράτειας. Είναι βέβαιο ότι επί Ιουστινιανού, τον 6ο αιώνα, η οχύρωσή του ενισχύθηκε σημαντικά. Ο ιστορικός Προκόπιος, στο Περί Κτισμάτων, δεν αναφέρει το Άργος ονομαστικά, όμως γράφει: «Ἰουστινιανὸς βασιλεύς, ἐπεὶ τὰς ἐν Πελοποννήσῳ πόλεις ἁπάσας ἀτειχίστους ἐμάνθανεν εἶναι [...] φρούριά τε ταύτῃ ἐδείματο καὶ φυλακτήρια κατεστήσατο. τούτῳ δὲ τῷ τρόπῳ ἄβατα τοῖς πολεμίοις ἅπαντα πεποίηκεν εἶναι τὰ ἐν Πελοποννήσῳ χωρία.»

Η πρώτη αναφορά του κάστρου κατά την Υστεροβυζαντινή Περίοδο γίνεται με αφορμή την κατάληψή του το 1201 (ή το 1202) από τον αυτονομημένο Βυζαντινό άρχοντα της περιοχής Λέοντα Σγουρό, ο οποίος στα ταραγμένα χρόνια λίγο πριν την Δ’ Σταυροφορία είχε ιδρύσει ανεξάρτητη ηγεμονία από την Αργολίδα μέχρι τη Βοιωτία.
Το 1210, μετά την πτώση του Ακροκόρινθου, το Ναύπλιο καταλήφθηκε από τους Φράγκους του Γοδεφρείδου Βιλλεαρδουίνου, ενώ το Άργος (που το υπεράσπιζε ο Θεόδωρος, επίτροπος του Μιχαήλ Α’, Δεσπότη της Ηπείρου) άντεξε λίγο ακόμα και παραδόθηκε το 1212. Ο πρίγκιπας Αχαΐας παραχώρησε το Άργος και όλη την Αργολίδα στον Βουργουνδό σύμμαχό του Δούκα των Αθηνών Όθωνα ντε λα Ρος (Othon de La Roche).
Τον οίκο των De La Roche διαδέχθηκε το 1309 (μετά από γάμο) ο οίκος De Brienne (Βριέννης). Οι Ντε Μπριέν έχασαν το 1311 (μετά τη μάχη του Κηφισού) την Αθήνα από τους Καταλανούς της Καταλανικής Εταιρείας. Διατήρησαν όμως ένα κομμάτι το Δουκάτου στην κατοχή τους: την Αργολίδα.

Το 1356 το κάστρο μαζί με την υπόλοιπη Αργολίδα πέρασαν στη δικαιοδοσία της απογόνου των Ντε Μπριέν Ισαβέλλας ντ’ Ανγκιάν (Enghen), η οποία ήταν η νόμιμη κληρονόμος του οίκου των Ντε λα Ρος και της διάδοχης δυναστείας των Ντε Μπριέν. Η Ισαβέλλα δεν ασχολήθηκε και παραχώρησε την περιοχή, μαζί με τα δικαιώματά της στο Δουκάτο Αθηνών, στον γιο της Γκυ ντ’ Ανγκιάν (Guy d’ Enghien).

Ο βαρόνος Γκυ ντ’ Ανγκιάν ανέλαβε τα ηνία από το 1363 και υπήρξε δραστήριος ηγεμόνας. Το 1377 πέθανε και τον κληρονόμησε η ανήλικη κόρη του Μαρία ντ’ Ανγκιάν. Η Μαρία παντρεύτηκε τον Πέτρο Κορνάρο, έναν Βενετσιάνο από το Άργος, ο οποίος θέλησε να υπαγάγει το δουκάτο στη Βενετία. Οι Ενετική Γερουσία το ενέκρινε και το ζευγάρι μετακόμισε στη Βενετία, αλλά στο μεταξύ ο Κορνάρος πέθανε πρόωρα. Τελικά η Βενετία αγόρασε την Αργολίδα από τη χήρα του το 1388 έναντι 700 χρυσών δουκάτων το χρόνο εφ’ όρου ζωής.

Πριν προλάβουν να εγκατασταθούν εκεί οι Ενετοί, τους πρόλαβαν οι Βυζαντινοί του Δεσποτάτου του Μυστρά και το κατέλαβαν (μαζί με Ναύπλιο, Κιβέρι και Θερμήσι). Το Άργος το κράτησαν μέχρι το 1394, οπότε αναγκάστηκαν (λόγω ναυτικού αποκλεισμού) να το παραχωρήσουν τελικά στους Ενετούς. Οι Ενετοί άρχισαν σχεδόν αμέσως εργασίες ενίσχυσης της οχύρωσης.

Τον Μάιο του 1397, η κάτω πόλη του Άργους, που διέθετε δικό της τείχος, κατελήφθη από τους Οθωμανούς, σε μια αιφνιδιαστική επιδρομή του Γιακούμπ πασά. Μετά από αυτό, παραδόθηκε αμαχητί από τους Ενετούς και το κάστρο του Άργους, η Λάρισα. Ακολούθησε καταστροφή και ερήμωση της πόλης. Οι Τούρκοι αποχώρησαν λίγο μετά παίρνοντας μαζί τους 30.000 κατοίκους της πόλης με σκοπό την πληθυσμιακή ενίσχυση περιοχών στη Μικρά Ασία.
Οι Ενετοί επέστρεψαν και φρόντισαν άμεσα για τον επανοικισμό της πόλης (με Αρβανίτες κυρίως) και για την ενίσχυση των οχυρώσεων του κάστρου.

Πάντως για τους Ενετούς, το Άργος υπήρξε ανέκαθεν κτήση δευτερεύουσας σημασίας (σε σχέση λ.χ. με το Ναύπλιο) αφενός επειδή η οχύρωσή του δεν ήταν ισχυρή και αφετέρου επειδή δεν ήταν κοντά στη θάλασσα. Σε ενετικά έγγραφα, το Άργος χαρακτηρίζεται απλώς ως terra και όχι citta. Επιπλέον, για τους Ενετούς, το Άργος διέθετε castello και όχι fortezza.

Τον Απρίλιο του 1463, στις αρχές του Α’ Ενετοτουρκικού πολέμου, το Άργος παραδόθηκε ξανά αμαχητί στους Οθωμανούς, μετά από προδοσία ενός ιερέα.

Οι Ενετοί αντέδρασαν και με στρατό 20.000 αντρών υπό τον Αλβίζε Λορεντάν και τον στρατηγό Βερθόλδο τον Ατεστίνο (Μπερτόλντο Έστε) αντεπιτέθηκαν τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς και ανακατέλαβαν προσωρινά το Άργος, ενώ πολιόρκησαν και τον Ακροκόρινθο, όπου όμως ηττήθηκαν και ο Έστε σκοτώθηκε.
Ο Μωάμεθ ο Πορθητής έστειλε νέες ισχυρές δυνάμεις με τον Μεγάλο Βεζίρη Μαχμούτ Πασά Αντζέλοβιτς, ο οποίος στις αρχές του 1464 πέρασε το Εξαμίλιον αιφνιδιάζοντας τους Ενετούς, κατέλαβε το Άργος (που παραδόθηκε και πάλι εύκολα) και το ισοπέδωσε. Οι κάτοικοι απήχθησαν και πάλι για να εποικήσουν την Κωνσταντινούπολη αυτή τη φορά,
Στη συνθήκη που έγινε με τη λήξη του Α’ Ενετοτουρκικού Πολέμου (1479) το Άργος πέρασε οριστικά στους Οθωμανούς,

Οι Τούρκοι μόλις έγιναν κύριοι του Άργους το 1464, άρχισαν οχυρωματικά έργα καθώς ήταν ακόμα σε πόλεμο με τους Ενετούς. Μαρτυρείται, ήδη από το 1467, η ανέγερση μεγάλου πύργου στο κάστρο και τοποθέτηση φρουράς. Δυο αιώνες μετά, το 1668, ο Τούρκος περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή περιγράφει το κάστρο ως κατασκευή των Ενετών, μιλάει για τον ψηλό πύργο του και για ένα τζαμί του Πορθητή, για 150 σπίτια μέσα στο κάστρο που είχαν εγκαταλειφθεί προ καιρού λόγω επιδημίας πανώλης και για 80 σπίτια Οθωμανών και Ελλήνων, στην περίμετρο του κάστρου.

Λίγο αργότερα, το 1686, η πόλη ανακαταλαμβάνεται από τους Ενετούς του Morosini στην αρχή του Γ’ Ενετοτουρκικού πολέμου. Περί το 1700 μια έκρηξη καταστρέφει τον κεντρικό κυλινδρικό πύργο του κάστρου που χρησιμοποιείτο ως πυριτιδαποθήκη και στη θέση του κτίζεται αργότερα ο σωζόμενος και σήμερα προμαχώνας.
Το 1715 όταν οι Οθωμανοί άρχισαν τις επιχειρήσεις για την ανακατάληψη του Μοριά, οι Ενετοί κατέστρεψαν μέρος των οχυρώσεων του κάστρου και το εγκατέλειψαν για να οχυρωθούν στο Παλαμήδι.
Η δεύτερη Τουρκοκρατία για το Άργος κράτησε από το 1715 μέχρι το 1821.

Αυτό που κρατάμε από τη μακραίωνη ιστορία του κάστρου του Άργους είναι ότι δέχθηκε πολλές παρεμβάσεις και ενισχύσεις σε διάφορες περιόδους: κατά τη Βυζαντινή περίοδο, τη Φραγκοκρατία, την Ενετοκρατία και, τέλος, κατά την Τουρκοκρατία. Αλλά παρ’ όλες αυτές τις ενισχύσεις και παρόλο που πρόκειται για επιβλητικό κάστρο, δεν αποδείχτηκε πολύ ισχυρό.

Το 1821, όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση, οι μουσουλμάνοι κάτοικοι το εγκατέλειψαν και κατέφυγαν για ασφάλεια στο Ναύπλιο. Το 1822, όταν έφτασε στο Άργος η μεγάλη στρατιά του Δράμαλη, ο Κολοκοτρώνης έκρινε ότι έπρεπε οι Έλληνες να οχυρωθούν στο κάστρο, για να απασχολήσουν τον εχθρό και να κερδίσουν πολύτιμο χρόνο. Ο Κολοκοτρώνης έστειλε αρχικά 100 επίλεκτους άντρες, στους οποίους προστέθηκαν αργότερα κι άλλοι, και έγιναν 700. Αρχηγός τους ήταν ο Δημήτριος Υψηλάντης.
Οι Έλληνες κράτησαν το κάστρο μέχρι τις 24 Ιουλίου του 1822 και μετά διέφυγαν, αφού προηγουμένως κατόρθωσαν να καθυστερήσουν τον εχθρό 15 μέρες, και εξασφάλισαν χρόνο για να προετοιμαστούν οι δυνάμεις του Κολοκοτρώνη για τον θρίαμβο στα Δερβενάκια μετά από δύο μέρες.


Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία

Στα τείχη του κάστρου Άργους παρατηρούνται φάσεις από πολλές διαφορετικές περιόδους, αρχίζοντας από τη Μυκηναϊκή και φτάνοντας μέχρι την Τουρκοκρατία.

Τη σημερινή του μορφή το κάστρο την πήρε κυρίως κατά την Α’ Ενετοκρατία (1394-1464) χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι παλαιότερες φάσεις δεν είναι ορατές. Στα τείχη, οι βυζαντινές φάσεις διατηρούνται στα χαμηλότερα τμήματα ή στα κενά μεταξύ των αρχαίων φάσεων. Σε ορισμένα σημεία εντοπίζονται ως κοινή αργολιθοδομή με ελάχιστες πλίνθους στους αρμούς, αλλού είναι ορατές σε δόμους από ημιλαξευμένους ντόπιους ασβεστόλιθους, όπου στους οριζόντιους αρμούς παρεμβάλλονται θραύσματα πλίνθων.

Στο κάστρο υπάρχουν δύο περίβολοι, ένας εσωτερικός και ένας εξωτερικός.

Ο εσωτερικός περίβολος, που ήταν η ακρόπολη του κάστρου, έχει σχήμα εξαγώνου, με περίμετρο 245μ. και εμβαδόν 3,2 στρεμμάτων. Τα τείχη της ακρόπολης σώζονται σε μεγάλο ύψος σε όλη την περίμετρο.

Ο εξωτερικός περίβολος έχει κάποιες ιδιαιτερότητες:
Κατά την Αρχαιότητα και μέχρι το τέλος της Φραγκοκρατίας, ο εξωτερικός περίβολος προστάτευε ολόκληρο τον λόφο καλύπτοντας μια έκταση περίπου 24 στρεμμάτων με περίμετρο οχύρωσης 625μ. Όμως ο περίβολος που βλέπουμε σήμερα είναι αρκετά μικρότερος από αυτή την αρχική οχύρωση, καθώς στα πρώτα χρόνια της Α’ Ενετοκρατίας χτίστηκε ένα εσωτερικό διατείχισμα που ένωνε την ακρόπολη με την ανατολική και τη δυτική πλευρά του εξωτερικού τείχους χωρίζοντας τον εξωτερικό περίβολο εγκάρσια σε δύο μέρη. Το νότιο μέρος που ήταν πιο ευάλωτο εγκαταλείφθηκε, και έτσι ο εξωτερικός περίβολος που υπάρχει σήμερα καλύπτει μια έκταση 14,5 στρεμμάτων (συμπεριλαμβανομένης της ακρόπολης) με περίμετρο 544 μέτρα.

Από τα τείχη του παλαιού εξωτερικού περιβόλου στη νότια πλευρά σώζονται ελάχιστα. Πολύ πιθανόν ένα μέρος τους να χρησίμευσε ως οικοδομικό υλικό για την κατασκευή του διατειχίσματος.

Εκτός από το διατείχισμα με τους πύργους του και το κουτσούρεμα του εξωτερικού περιβόλου, οι Ενετοί έκαναν και άλλες παρεμβάσεις: Ενίσχυσαν τα τείχη στην ακρόπολη δίνοντάς τα μεγαλύτερο ύψος και προσθέτοντας νέους τρίπλευρους και κυλινδρικούς πύργους. Στους πύργους μπήκαν βάσεις για μικρά κανόνια.
Επίσης, έξω από το βυζαντινό εξωτερικό βόρειο τείχος, κατασκευάστηκε ένα μικρό οχυρωμένο συγκρότημα με δύο ογκώδεις κυλινδρικούς πύργους εξοπλισμένους με κανόνια.

Επί Τουρκοκρατίας προστέθηκε ένας μεγάλος κυλινδρικός πύργος στην ακρόπολη, κατασκευάστηκε ένα προτείχισμα μπροστά και νότια από την ακρόπολη για να προστατευθούν οι πύλες που έμειναν εκτεθειμένες μετά την κατάργηση του νότιου περιβόλου. Έτσι δημιουργήθηκε ένα μικρό περιφραγμένο προαύλιο που προστάτευε τις δύο πύλες του κάστρου, εκείνη της ακρόπολης και εκείνη του βόρειου εξωτερικού περιβόλου.
Στο προτείχισμα αυτό δημιουργήθηκε η νέα εξωτερική πύλη του κάστρου σε επαφή με τον κυλινδρικό πύργο του ανατολικού διατειχίσματος. Η πύλη έχει την μορφή θολωτού διαβατικού με λιθόστρωτο και πάγκους εκατέρωθεν. Ασφάλιζε με δύο θύρες: η μία στο εξωτερικό και η δεύτερη στο εσωτερικό άκρο του διαβατικού.

Στην ακρόπολη δέσποζε ο μεγάλος οθωμανικός πύργος στη ΝΔ γωνία. Κατά τη Β’ Ενετοκρατία, το 1700, ο πύργος, που τότε χρησίμευε ως πυριτιδαποθήκη, καταστράφηκε από έκρηξη. Στη θέση του χτίστηκε (μάλλον από τους Ενετούς) ο σωζόμενος προμαχώνας της ακρόπολης.

Στο κάστρο υπάρχουν μεγάλες κινστέρνες (δεξαμενές). Η μία βρίσκεται στη μέση της ακρόπολης σε κοίλωμα βράχου. Μια άλλη είναι εκτός των ενετικών τειχών, στη νότια πλευρά. Έχουν εντοπιστεί άλλες τρεις κολλητά στο τείχος του εξωτερικού περιβόλου.

Στο βόρειο άκρο της ακρόπολης διατηρούνται τα θεμέλια μιας μεγάλης εκκλησίας, μάλλον τρίκλιτης βασιλικής που χρονολογείται μεταξύ 6ου και 10ου αι. Επάνω στα κατάλοιπά της, ιδρύθηκε μικρότερος μονόχωρος ναός που και αυτός σώζεται ερειπωμένος. Σύμφωνα με κτητορική επιγραφή ταυτίζεται με εκκλησία αφιερωμένη στην Παναγία, δωρεά του επισκόπου Νικήτα και έτος κτήσεως 1174.


Πρώτη δημοσίευση στον Καστρολόγο:    Απρίλιος 2012
Τελευταία ενημέρωση κειμένου/πληροφοριών:   Μάρτιος 2025
Τελευταία προσθήκη οπτικού υλικού  Ιούλιος 2023

Πηγές




Τα δικά σας σχόλια:

Δεν υπάρχουν σχόλια


Στείλτε σχόλιο, παρατήρηση, πληροφορία:

Η απευθείας υποβολή σχολίων μέσα από την ιστοσελίδα έχει απενεργοποιηθεί. Αν θέλετε να στείλετε κάποιο σχόλιο, χρησιμοποιήστε τη φόρμα επικοινωνίας.

Αν το επιθυμείτε, το μήνυμα που θα στείλετε με αυτόν τον τρόπο θα δημοσιευθεί στα σχόλια αυτής της σελίδας.





My "other" sites:
eagle
byzantium.gr
owl
gnomikologikon.gr
greece
geogreece.gr

best quotes
best-quotations.com

Road map to Κάστρο Άργους

Πρόσβαση
Διαδρομή προς το μνημείο
Ο λόφος του κάστρου απέχει περί τα 2χλμ από το Άργος. Ο δρόμος είναι ασφαλτοστρωμένος και υπάρχει άνετο πάρκινγκ μπροστά.
Είσοδος:
Η είσοδος είναι ελεύθερη αλλά η επίσκεψη επιτρέπεται πρωινές ώρες μόνο.

Χρονολόγιο
  • Προκλασική περίοδος: Πελασγική Ακρόπολη
  • 5ος-6ος αι. π.Χ. Οχύρωση από τους Αργείους
  • 6ος αι. Ενίσχυση οχύρωσης
  • 1201: Κατάληψη από τον Λέοντα Σγουρό
  • 1212: Κατάληψη από Φράγκους (Δουκάτο Αθηνών)
  • 1388: Υπαγωγή στο Δεσποτάτο του Μορέως
  • 1394: Παραχώρηση στους Ενετούς
  • 1464: Κατάληψη από τους Οθωμανούς
  • 1686: Επιστροφή των Ενετών
  • 1715: Ανακατάληψη από τους Τούρκους
  • 1821: Απελευθέρωση
  • 1822: Αμυντική θέση στην εκστρατεία του Δράμαλη



Γειτονικά Κάστρα
Πύργος Αγίου Αδριανού
Κάστρο Αγιονορίου
Κάστρο Αγίου Βασιλείου
Ακροναυπλία
Κάστρο Αλαταργιάς
Κάστρο Αμπιδίτσας
Ακρόπολη Ασίνης
Κάστρο Παράλιου Άστρους
Μπούρτζι
Φρούριο στο Δασκαλειό
Φρούριο Δρεπάνου
Φρούριο Φαρμακά
Παλιόκαστρο Καπαρελλίου
Κάστρο Καρυάς
Πύργος Κιβερίου
Κάστρο Κιβερίου
Κάστρο Λύρκειας
Πύργος Σκάλας Μαλαντρενίου
Μουχλί
Παλαμήδι
Κάστρο Πολυφέγγους
Οχύρωση Ρόμβης
Πύργος Μονής Μεταμοφώσεως Τσέλου
Κάστρο Τζιρίστρας